Τρίτη 26 Ιουνίου 2018

Τειχοσκοπία.....




Της Μαρίας Καρατζογιάννη*

         Μια ιδιότητα ανθρώπινη, μια «ιδιορρυθμία» του ερασιτέχνη της ζωής είναι η ενδελεχής και η αδιάλειπτη παρατήρηση. Η παρατήρηση γεννά τη σκέψη, τη σκέψη που βρίσκει αντίκτυπο, έναν εύηχο ή  δυσμενή αντίλαλο στο θυμικό μας, στο συναίσθημα. Παρατήρηση, σκέψη, θυμικό  μπλέκονται συνεχώς στα πόδια των ορατικά «ευάλωτων»  και περιγράφουν την ίδια τη ζωή. 
      Οι ρομαντικοί ρέμβασαν στη φύση και  παρατήρησαν την υποκειμενική, εσωτερική φωνή τους. Οι συμβολιστές  αναγνώρισαν με τη ματιά τους  διττές έννοιες και ονομασίες σε αντικείμενα της μιας διάστασης. Οι ρεαλιστές έριξαν ένα βλέμμα ωμό και γυμνό στη σκληρή πραγματικότητα  και  οι υπερρεαλιστές άφησαν το εποπτικό τους πεδίο να ισορροπήσει μεταξύ φαντασίας και αντικειμενικότητας.

 Η παρατήρηση όλων αυτών δε μοιάζει με τη ρηχή, κοινή,  επιφανειακή ματιά, αντιθέτως «ρουφά» τη στιγμή, δένεται απόλυτα μαζί της, τη διεκδικεί, όσο μια φωτογραφική λήψη, όσο ένας ζωγραφικός πίνακας και ίσως πιο δυνατά και καίρια. Η ιδιότητα της προσεχτικής ματιάς σε βυθίζει περισσότερο στη ζωή, στις λεπτομέρειες  της , είναι αυτή που αναγνωρίζει τα χρώματα και τα μεγέθη της φύσης σε δεκάδες αποχρώσεις και διαστάσεις. Είναι αυτή που δεν προσπερνά τα προσεχτικά, ανάλαφρα ή επιπόλαια  βήματα της ανθρώπινης περπατησιάς, είναι αυτή που κοιτά τις εκφράσεις των ανθρώπων τη στιγμή που κανείς δεν αντιλαμβάνεται ότι γίνονται αντικείμενο επεξεργασίας, είναι αυτή που γκρεμίζει τα εμπόδια ανάμεσα σε εκείνο το ευριπίδειο «είναι» και «φαίνεσθαι» και επιβάλλει μια γόνιμη «τειχοσκοπία».


    Η ιδιοτροπία  της παρατήρησης γίνεται σχεδόν βασανιστική για εκείνον που μαζί της συνδράμει τη λογική και το συναίσθημα, για να εξηγήσει την εικόνα. Ο διανοητικός εφησυχασμός αδύνατος. Η «διασταύρωση των βλεμμάτων» αναζωπυρώνει την αίσθηση της ύπαρξης, την ξεβολεύει, την παρακινεί για δράση και αντίδραση.  Εντούτοις, η ματιά των ανθρώπων την εποχή της πολυδιάστατης όρασης, έχει γίνει αδιάφορη, φευγαλέα, μοιάζει κενή κι απογοητευμένη. Είναι αμφίβολο, αν παρατηρεί καν τα αυτονόητα, αν καταφέρνει να σπάσει τους καθρέφτες που συνεχώς διαστρεβλώνουν την αλήθεια, το βαθύ, εκείνο το ευνόητο  ουσιώδες.  Οι άνθρωποι αποφεύγουν να παρατηρούν πια, μόνο κοιτάζουν απροσδιόριστα και μ’ αυτή την ατακτοποίητη όραση μπλέκονται σε δαιδαλώδεις σκέψεις, απελπίζονται, συγκρίνουν, ονειρεύονται, ξεγελιούνται  χαρακτηρίζουν, αποδομούν ή δομούν το περιβάλλον τους,  κι όλα αυτά δυσανάλογα με το πραγματικό εύρος και  βάθος της ψυχής τους . 


       «Πάντα ανοιχτά πάντ’ άγρυπνα , τα μάτια της ψυχής μου», γράφει ο Διονύσιος Σολωμός. Ποιος άλλος στίχος θα μπορούσε να αποδώσει περισσότερο τον μίτο  της ελευθερίας των ανθρώπων; Ποιος άλλος στίχος θα μπορούσε να σταθεί το έρεισμα για να διάγουμε βίο βιωτό και όχι αβίωτο, εκείνον που αρμόζει στην ανθρώπινη φύση; Η αίσθηση της οράσεως  όμως που συμπυκνώνει όλες τις άλλες αισθήσεις, μοιάζει πλέον  να στερείται τις ιδιότητές αυτές, γίνεται  άγευστη, κουφή, άοσμη ,μα πάνω απ όλα χωρίς αφή. Τα βλέμματα δεν «αγγίζουν» την πραγματικότητα, απωθούν τη ρεαλιστική εικόνα, εγκλωβίζονται σε στάσεις εσωστρέφειας, περιορίζονται στη φίλαυτη ενδοσκόπηση, στην κατάκριση μέσα από πρίσματα που παραποιούν ή τυφλώνουν. Στις διαδρομές μας η αίσθηση της όρασης ανήκει όλο και σε πιο λίγους, τα παραπετάσματα του αλαζονικού «εγώ», τα παράσιτα του μικρόκοσμού μας απαγορεύουν την κατά μέτωπο αναγνώριση, όσων έχουν βαρύτητα ψυχής. Η ματιά μας απαρηγόρητη περιμένει τα μεγάλα και σπουδαία για να αναθαρρέψει, να κοιτάξει λίγο πιο ψηλά και χάνει τη χάρη της απλότητας που μπορεί  να τη ζεστάνει.


         Έντεκα το πρωί και η σχολική εκδρομή, που περνά αδιάφορη στα μάτια των περισσότερων περαστικών,  θυμίζει  αυταπόδεικτα, γιατί άξιζε η «Θυσία» . Η παιδική ελευθερία κι ανεμελιά ξεχύνεται σε κείνο το τείχος. Τα χαμογελαστά πρόσωπα των συμπαθέστατων παιδιών ξεπροβάλλουν, τα εφηβικά τους πόδια αιωρούνται στο τείχος του Κήπου των Ηρώων, το βλέμμα τους ατενίζει τη θέα δυναμικά και ριψοκίνδυνα, νεαροί, άδολοι παρατηρητές, εκτελεστές μιας αυθόρμητης τειχοσκοπίας. Οι πιο τολμηροί σκαρφαλώνουν στο κανόνι και το σφιχταγκαλιάζουν.
  Αυτή η τυχαία παρατήρηση, ίσως δε χρειάζεται άλλα ρητορικά στολίδια,  ίσως δε χρειάζεται  περισσότερες αποδείξεις, για να αρχίσουμε να κοιτάζουμε πιο βαθιά, πιο αληθινά τους άλλους,  εμάς , την ίδια τη ζωή, αρκεί να κοιτάζουμε δίπλα μας,  αληθινά και  με το δικό μας μοναδικό τρόπο, αρκεί να επαναφέρουμε όλες τις αισθήσεις μας, σ αυτή της όρασης και να γίνει η δική μας «τειχοσκοπία» μια αφορμή αποκατάστασης του χιλιοπληγωμένου «είναι».



*Η Μ.Κ είναι φιλόλογος- Μεταπτυχιακή φοιτήτρια της Δημιουργικής Γραφής