Παρασκευή 27 Απριλίου 2018

Μίμοι εκ μίμων* ή το θεατρικό μπουλούκι


                                                Του Γιάννη Μπαρδάκη *

        Το  θεατρικό μπουλούκι στο λεξικό αναφέρεται ως ο περιφερόμενος θίασος. Απαξιωτικός τίτλος. Στη θεατρική ορολογία προσδιορίζει τους δευτερεύοντες θιάσους. Όμως το θεατρικό μπουλούκι  ήταν ένα πολιτισμικό φαινόμενο, συνέχεια του Διονυσιακού θιάσου της αρχαιότητας και της Comedia dell’ Arte του μεσαίωνα.
      Η ανάγκη του βιοπορισμού στην αρχή, ανάγκαζε πολλούς ηθοποιούς να ταλαιπωρούνται σε όλη την επικράτεια, αλλά μέσα τους είχαν ταυτόχρονα το πάθος και το μεράκι της θεατρικής τέχνης, γιατί δεν ήταν μόνο ηθοποιοί φτωχών οικογενειών, αλλά και γόνοι μεγάλων και πλούσιων οικογενειών.

 Το μπουλούκι του  Ρολάνδου Χρέλια ο οποίος διακρίνεται  με τα γυαλιά
 καβάλα στο μουλάρι.

      Πορεύονταν  με ζώα, κυρίως μουλάρια και στη καλύτερη περίπτωση ταξίδευαν με εισιτήρια τρίτης θέσης σε ξύλινα βαγόνια του τραίνου,  τουρτουρίζοντας από  το κρύο. Έστηναν τα τσαντίρια ή τα πατάρια τους πάνω σε αγροτικές πλατφόρμες, σε πλατείες χωριών ή καφενεία και πολλές φορές το εισιτήριο ήτανε  σε «είδος», όπως κότες, αυγά, λάδι και άλλα τρόφιμα.

   Γλαφυρή η περιγραφή του Μίμη Τραϊφόρου σε ένα στίχο του  ποιήματός  του «Τα μπουλούκια».
Και παίρνουν τις βαλίτσες το φθινόπωρο
και με πικρία μιαν εσπέρα ξεκινάνε.
Και στο σταθμό δεν βρίσκεται ένας γνώριμος.
Κι ένα μαντίλι απ΄ το λιμάνι δεν κουνάνε,
 και το ταξίδι πάντα συνεχίζεται
είτε λιοπύρια τούς κυκλώνουν είτε χιόνια
με «τρίτης»  θέσης εισιτήριο,
σαν τους αλήτες μες στα βρώμικα βαγόνια.

      Το ρεπερτόριο περιείχε μελοδράματα, πατριωτικά και βουκολικά δράματα, μονόπρακτα, νούτικες κωμωδίες, όπως «Η Γκόλφω», «Η Γενοβέφα»» «Ο αγαπητικός της βοσκοπούλας, «Το τέρας του Φρανκεστάϊν», «Αι δύο ορφαναί», «Η Ωραία του Πέραν».

       Οι θίασοι ήταν κατά κανόνα  οικογενειακοί:
       Θίασος οικογένειας Χρέλια. Με καταγωγή  απ΄τη Μπουρλέσα (Άγιος Ανδρέας) Μεσολογγίου, τον απάρτιζαν ο  Ρολάνδος (Λουκάς) Χρέλιας (1910-1994) με τη γυναίκα του Άννα Χρέλια-Πανακοπούλου (Πολύγυρος 1915-2010), ο μεγαλύτερος αδελφός του Χαράλαμπος, που ήταν και φαρμακοποιός στο Μεσολόγγι  (1900-1943) με τη σύζυγό του Αργυρώ Χρέλια- Κωνσταντίνου (Μεσολόγγι 1904-1998) και τα παιδιά τους Γοργώ (1942-), Μάριος   και Κώστας Χρέλιας ( 1926-).
        Θίασος οικογένειας Στρατηγού. Οι γονείς, οι Σμυρνοί  Βασίλειος Στρατηγός (1885-?) και Αμαλία Στρατηγού ( 1897-1972),  και τα τέσσερα παιδιά τους, ο Στέφανος Στρατηγός (1923-2006), η Αλέκα Στρατηγού (1927-1989), η Ρένα Στρατηγού ( 1929-2014) και η Στέλλα Στρατηγού. 
  
 Το τσαντίρι του Παπαδόπουλου σε έργο αραβικής υπόθεσης. 
Αριστερά η Μαίρη Παπαδοπούλου – Θηβαίου.  (Αρχείο Γ. Χατζηδάκη)
       
 Θίασος οικογένειας Παπαδόπουλου. Αρχηγός ο πατέρας Γιώργος Παπαδόπουλος με τη σύζυγό του Φωτεινή Παπαδοπούλου,  τα παιδιά τους  Αντώνης Παπαδόπουλος (1933-1983),  η  γυναίκα του Ζωή Μυρίτη, η Μαίρη Παπαδοπούλου (1926, μητέρα του τραγουδιστή Χρήστου Θηβαίου) με τον σύζυγό της Νίκο Θηβαίο (1906-1991), η  Φωφώ Παπαδοπούλου και η  Στάσα Παπαδοπούλου.

     Εκτός από τα  «μπουλούκια»  όμως υπήρχαν και θίασοι που σχηματίζονταν εκ των ενόντων στα καφενεία των ηθοποιών της Ομόνοιας «Στέμμα» και «Σπόρ».
     Μια τέτοια αναφορά κάνει και ο Μίμης Φωτόπουλος στο ποίημά του «Χωρίς φίρμα».
Μήνες τώρα κάθονται στο «Στέμμα»
και ζούνε με μια χίμαιρα
και κάποιο ψέμα.
Προσμένουν κάποιο θιασάρχη
να τους αγκαζάρη
για κάποια μακρινή επαρχία
και να συνεχιστεί η θλιβερή τους ιστορία…
……. Κι είν΄όλοι τους σαν να μη ζούνε
τους κυκλώνουν τόσοι πόνοι!
Κι όλο προσμένουν κάποιο θεατρώνη.

        Από τα «μπουλούκια» πέρασαν όλοι οι μεγάλοι ηθοποιοί μας: Αιμίλιος Βεάκης, Μαρίκα Κοτοπούλη, Μίμης Φωτόπουλος, Νικήτας Πλατής, Ελένη Ζαφειρίου, Χριστόφορος Νέζερ, Ζαννίνο, Θόδωρος Μορίδης, Μαρίκα Νέζερ, Μπέμπα Δόξα, Παρασκευάς Οικονόμου, Σωτηρία Ιατρίδου, Περικλής Χριστοφορίδης, Άννα Λώρη, Άννα και Μαρία Καλουτά, Σπεράντζα Βρανά (Ελπίδα Χωματιανού).
      Την τελευταία, που  ήταν Μεσολογγίτισσα, την «ανέβασε» στο σανίδι ο Ρολάνδος Χρέλιας. Το πώς  το  περιγράφει ο ίδιος στο αυτοβιογραφικό βιβλίο του «Όλη η Ελλάδα είναι ένα πατάρι».

 Η Βρανά  από 18 χρόνων ήταν  περιζήτητη στα μπουλούκια τόσο  για το μπρίο 
και την ομορφιά της  όσο  και για το ταλέντο της.
 
     «Μια μέρα κατεβαίνω από τη Μπουρλέσα στη Πάτρα. Δεν θυμάμαι γιατί ακριβώς κατέβηκα. Μόλις βγαίνω από τα λεωφορείο, βρίσκω μπροστά μου τον Γιώργο που είχαμε στο θίασο «Μέμφις» στο Μεσολόγγι για φροντιστή και μηχανικό σκηνής, μαζί με μια μικρή που τον ακολούθησε από το Μεσολόγγι. Ήταν ένα μελαχρινό, με πλούσιο μαύρο μαλλί που πλαισίωνε ένα όμορφο και πολύ έξυπνο προσωπάκι, που το ομόρφαιναν ακόμα πιο πολύ τα φωτεινά του μαύρα μάτια. Μια ψεύτικη κούκλα πλάι  σ΄ ένα μαντράχαλο, άξεστο και αμόρφωτο. Την πήρε μαζί του στα Σαγαίϊκα και ο ρόλος της ήταν τέσσερις λέξεις. Να αναγγείλει ότι « Ήρθε ο κύριος Πατατόπουλος».
 
Τελικά τα  θεατρικά μπουλούκια μέσα από τεράστιες δυσκολίες και με τα πενιχρά μέσα που διέθεταν, αποτέλεσαν μέρος της θεατρικής μας ιστορίας και για ένα διάστημα 100 περίπου χρόνων,  που κάλυπτε  το  δεύτερο μισό του 19ου και  το  πρώτο μισό του 20ου  αιώνα,   γαλούχησαν μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού της λεγόμενης ελληνικής περιφέρειας και επηρέασαν κατά πολύ τόσο αισθητικά  όσο και θεματικά την μετέπειτα  ανάπτυξη  του εμπορικού κινηματογράφου και της  επιθεώρησης στη χώρα.
   




*Ο τίτλος «Μίμοι εκ μίμων» είναι του Κώστα Γεωργουσόπουλου για τους ηθοποιούς των μπουλουκιών.
Γιάννης Μπαρδάκης είναι συνταξιούχος δικηγόρος και συλλέκτης παλαιών κινηματογραφικών ταινιών