Πέμπτη 19 Ιουλίου 2018

O ZΩΓΡΑΦΟΣ ΤΑΣΟΣ ΜΑΝΤΑΣ


Του Αλτάνιου Κλεισοβίτη*

Εδώ και λίγο καιρό το Ιστορικό Μουσείο της «Διεξόδου» δέχτηκε  ένα πολύτιμο δώρο  που ήταν τοποθετημένο μέσα σε μια όμορφη συσκευασία.
Η προσφορά αυτή έχει ιδιαίτερη αξία για την «οικογένεια» της «Διεξόδου» γιατί προέρχεται από έναν νέο στην ηλικία φίλο του Μουσείου, έναν απλοϊκό  ψαρά της λιμνοθάλασσας, που δεν διαθέτει  οποιαδήποτε οικονομική άνεση αλλά μόνο πλούτο συναισθημάτων που του κληροδότησε η Μεσολογγίτικη οικογένειά του. 

 
Ένας άνθρωπος που δεν  έχει τελειώσει σχολεία και πανεπιστήμια,  έχει  όμως  διδαχθεί από τον ευαίσθητο κουρέα πατέρα του και τον αγνό ψαρά παππού του την αξία και το μεγαλείο της λέξης Μεσολόγγι.
 Έχει διδαχθεί από δύο ταπεινούς ανθρώπους την ιστορία και τις παραδόσεις της πόλης. Έχει διδαχθεί τον σεβασμό που πρέπει να διατηρεί απέναντι στη τραγουδισμένη - και τόσο ταλαιπωρημένη από τον τεχνικό πολιτισμό - λιμνοθάλασσα και τους ανθρώπους που ενέπνευσε. Αυτούς που αιχμαλώτισε με την μαγεία του τοπίου της και το αναλλοίωτο ηλιοβασίλεμά της.
Ξετυλίγοντας το ιδιαίτερα προσεγμένο περιτύλιγμα του δώρου με εξαιρετική χαρά διαπιστώσαμε ότι επρόκειτο για τον γνωστό στους παλιούς Μεσολογγίτες Λόρδο Βύρωνα του Τάσου Μαντά.


Μία προσωπογραφία σε φυσικό μέγεθος ζωγραφισμένη πάνω σε ξύλο και κομμένο γύρω – γύρω, ίσως για να φαίνεται πιο ανάγλυφο και ζωντανό, που κοσμούσε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ΄60 το κομμωτήριο του Κώστα Μάλλιου και στη συνέχεια, μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ΄80, το κουρείο του μαθητή του Χρήστου Μπομποτά.
Ποιος όμως ήταν ο Τάσσος Μαντάς? Ποιος ήταν αυτός ο καλλιτέχνης που οι «ζωγραφιές» του δεν έλλειπαν από κανένα σπίτι και μαγαζί της εποχής του Μεσοπολέμου ?
Ήταν ένας ταπεινός και καλοσυνάτος αυτοδίδακτος ζωγράφος, με γνώσεις σχολαρχείου, φίλος και συμπαραστάτης όλων των νοικοκυρών στις χαρμόσυνες και πένθιμες εθιμοτυπικές εκδηλώσεις των σπιτιών τους, που πέθανε πάμφτωχος στα χρόνια της μεγάλης πείνας της Κατοχής αφήνοντας έργα του σε ολόκληρη την Αιτωλοακαρνανία. Δημιουργίες με υλικό την ευαισθησία του και που σήμερα, όσες δεν αποκαθηλώθηκαν για να αντικατασταθούν από «σύγχρονες», σώζονται λησμονημένες σε μερικά ξωκλήσια και σε ελάχιστα σπίτια του Μεσολογγίου και της περιοχής. 


Οι πίνακες του Μαντά, τα «κάδρα» του, όπως μας πληροφορεί η πεζογράφος  Ακακία Κορδόση σε μελέτη της που είναι δημοσιευμένη στο υπέροχο λεύκωμα «Μεσολόγγι 1830 – 1990» του κ. Γιώργου Κοκοσούλα, ήταν απλοϊκές γραφές μακρινών τοπίων, πορτρέτα ρεμβαστικών παρθένων, ανθοστόλιστες πάντες που ζέσταιναν τους ύπνους εκείνων των αγνών ανθρώπων του Μεσοπολέμου και μελαγχολικές εικόνες που άκουγαν στοχαστικά τις προσευχές τους….. Ήταν έργα ενός ανθρώπου της γειτονιάς που ήξερε να ανοίγει μια πόρτα φυγής απ΄την καθημερινότητα των ανθρώπων και ιδιαίτερα φυγής των στερημένων γυναικών της επαρχίας που τόση ανάγκη είχαν από όνειρα.

Οι πίνακες του Μαντά για τους ειδικούς εκτιμητές έργων τέχνης μπορεί να μην έχουν τη μεγάλη αξία, για τους ανθρώπους της «Διεξόδου» όμως έχουν την αξία του ιστορικού ντοκουμέντου γιατί απηχούν μια ορισμένη στιγμή της Ελληνικής επαρχίας και ένα ορισμένο κόσμο.
 Τον φτωχό, αγνό κι απλοϊκό, τον κόσμο απ΄τον οποίο βγήκε ή μέσα στον οποίο έζησε και ανδρώθηκε ο μεγάλος πληθυσμός του πνεύματος και του πολιτισμού της Ιερής Πόλης.
*Ο Αλτάνιος Κλεισοβίτης είναι συλλέκτης & ιστοριοδίφης θεμάτων της Ιερής Πόλης