Του
Χάρη Μαυρομάτη *
Είναι χρόνια τώρα που ασχολούμαι με την κριτική του βιβλίου
και φυσικά, βρίσκομαι σε επαφή με τους σημαντικότερους Έλληνες ποιητές και
πεζογράφους. Βρίσκομαι, επίσης, σε επαφή με τους εκδοτικούς οίκους και παρακολουθώ τις κινήσεις τους και την εκάστοτε φιλοσοφία, που
υποκινεί τις κινήσεις αυτές. Χωρίς να λέω τίποτε καινούργιο και τίποτε σοφό,
αυτό που διατυπώνω είναι ότι οι συγγραφείς γράφουν και οι εκδότες κυκλοφορούν
βιβλία, που στόχο έχουν να «συναντήσουν» το χρόνο του αναγνώστη, ο οποίος συρρικνώνεται όλο και περισσότερο.
Ο χρόνος αυτός
είναι συνάρτηση του αντικειμενικού
χρόνου και του πολιτισμού του αναγνώστη.
Ο τελευταίος είναι πια το
αποτέλεσμα των επιρροών που δέχεται καθημερινά από αλλοτριωμένους πομπούς και από συνθλίβουσες οικονομικές πραγματικότητες, ενώ η
τεχνολογία παίζει το δικό της ρόλο,
ουδέτερα και απρόσωπα, υπαγορεύοντας ρυθμούς και συμπεριφορές.
Το γεγονός αυτό δίνει καινούρια χαρακτηριστικά στην καθημερινότητα του σκεπτόμενου ανθρώπου και στη δραστηριότητα των δημιουργών του πνεύματος, προκαλώντας, παράλληλα, και την κοινωνική ανάγκη σύστασης οργανισμών σύνδεσης του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος της πνευματικής και δημιουργικής προσπάθειας, προκειμένου να αντιστηριχθούν οι εξελίξεις και να υπάρξουν εξισορροπιστικά αντίβαρα στη διάρκεια της περιόδου των αλλαγών.
Το γεγονός αυτό δίνει καινούρια χαρακτηριστικά στην καθημερινότητα του σκεπτόμενου ανθρώπου και στη δραστηριότητα των δημιουργών του πνεύματος, προκαλώντας, παράλληλα, και την κοινωνική ανάγκη σύστασης οργανισμών σύνδεσης του παρελθόντος, του παρόντος και του μέλλοντος της πνευματικής και δημιουργικής προσπάθειας, προκειμένου να αντιστηριχθούν οι εξελίξεις και να υπάρξουν εξισορροπιστικά αντίβαρα στη διάρκεια της περιόδου των αλλαγών.
Τι διαβάζει, λοιπόν, σήμερα ο αναγνώστης; Διαβάζει
προϊόντα περιεχόμενα σε μακροσκελείς
καταλόγους τίτλων των εκδοτικών οίκων, οι οποίοι έγιναν πλέον βιομηχανίες και ως τέτοιες ενεργούν. Αυτό
διευκολύνει την παραγωγή, αλλά συνιστά και δυνητικό κίνδυνο για τον πολιτισμό, καθώς το βιβλίο,
όπως είπαμε και στην αρχή, τείνει να συναντήσει τον πολιτισμό του αναγνώστη, με τον ίδιο τρόπο που ένας ραδιοφωνικός ή ένας
τηλεοπτικός σταθμός, μια εφημερίδα, ένα περιοδικό, μια γενικότερη επιχείρηση στοχεύουν σε ένα κοινό που μπορεί «να αγοράζει» το προϊόν τους.
Η
παραλογοτεχνία, συνεπώς, αναμιγνύεται με την καθαρή λογοτεχνία, καθώς συνεκδίδεται με αυτήν και καθώς οι παραγωγοί της θεωρούν ασύμφορο το ξεκαθάρισμα. Το ίδιο συμβαίνει και με τη μουσική και με όλες τις μορφές της τέχνης και της πολιτιστικής δημιουργίας που ομάδες –
στόχοι, τα τάργκετ γκρουπ, όπως λένε στο μάρκετινγκ, είναι ευρέα και
ποικίλων ενδιαφερόντων.
Αυτή η διαπίστωση οδηγεί, για μια ακόμη φορά, στο
δίλημμα επιλογής ανάμεσα στον εκλεκτικισμό και στο συγκερασμό. Το δίλημμα δεν θα υπήρχε, αν η δημιουργία δεν ήταν πια
αποκλειστικά αντικείμενο μάρκετινγκ και αν ο συγκερασμός δεν περιείχε στοιχεία «πολτοποίησης» του πολιτισμού, αφού η
περιοχή των ασθενούς πνευματικότητας καταναλωτών είναι μεγαλύτερη και συχνάζεται από συντριπτικά περισσότερους ανθρώπους.
Το κακό είναι ότι
το διατιθέμενο προϊόν της τέχνης, το βιβλίο π.χ. δημιουργεί διανοητικές και πνευματικές νεοπλασίες, καθώς η σύμφυρση δεν έχει επιτρέψει και την επεξεργασία νέων όρων με τους οποίους θα αναγνωρίζεται η διαφορετικότητα έργων και δημιουργών. Συγγραφέας μπορεί να χαρακτηρίζεται πλέον καθένας
«εξουσιοδοτημένος» από τους νόμους της αγοράς
να διεκδικεί και να υιοθετεί κάθε ονομασία του επιτηδεύματος στο οποίο επιδίδεται. Χαρτί
και μολύβι κρατούν, άλλωστε, (εννοώ
πληκτρολόγιο κομπιούτερ) όλοι όσοι γράφουν το οποιοδήποτε βιβλίο, οποιουδήποτε επιπέδου.
Ο επαναπροσδιορισμός των εννοιών, στο πεδίο αυτό
της ανθρώπινης δραστηριότητας και έκφρασης, όχι αναγκαστικά ως ελπιδοφόρα προοπτική; θεωρείται, ωστόσο, βέβαιος, αφού, έτσι κι
αλλιώς, τη διαχρονική αξία
ελάχιστοι δικαιούνται και λιγότεροι πιστεύουν.
*Από
την πνευματική παρακαταθήκη που άφησε στη "Διέξοδο" ο δημοσιογράφος – βιβλιοκριτικός Χάρης Μαυρομάτης