Παρασκευή 26 Οκτωβρίου 2018

Τέχνη είναι, αν έτσι νομίζετε


Του Μάνου Στεφανίδη*

Κυνηγέ, υποπτεύομαι γιατί σκοτώνεις τα πουλιά. 
Τα απωθημένα σου φτερά εκδικείσαι. 
ΚΙΚΗ ΔΗΜΟΥΛΑ

ΗΡΕΜΗΣΕ ΛΟΙΠΟΝ. Έχω κι εγώ ένα σωρό απωθημένους ουρανούς μα δεν σκοτώνω άστρα…” . Σ’ αυτόν τον τόπο αγαπητοί, θάλλει, ακόμη, μεγάλη ποίηση. Ερήμην όλων των ισοπεδωτικών μηχανισμών της εξουσίας, ερήμην των απειρόκαλλων πολιτικών και των ανυποψίαστων πολιτικών τους. 
Τι να κάνουμε; Ο τρόμος της υψηλής δημιουργίας δεν καταδέχεται να γίνει σύνθημα, λαϊκιστική προπαγάνδα, εύκολη ατάκα, συνταγή ευτυχίας.  
Εγώ πάλι περισσότερο από τον καλλιτέχνη ψάχνω τη στάση του. Την υπερηφάνειά του. Την ικανότητά του να περιφρονεί και να μην υπαλληλοποιείται.
Να μην φοβάται κανέναν δόλιο άρχοντα ούτε τους δόλιους τους υπασπιστές του, ανύπαρκτους τελικά στο ξεδίπλωμα της ιστορίας. Γιατί ο αληθινός δημιουργός την ιστορία μόνο φοβάται και σ’ αυτή λογοδοτεί. Όσο για εκείνους που έσπευσαν να διακηρύξουν θριαμβευτικά τον θάνατο (της ιστορίας), έσσεται ήμαρ. Όποιος κατέστησε τον εαυτό του νεκροθάφτη ας μην διαμαρτύρεται που συναλλάσσεται αποκλειστικά με πτώματα.
Μια στάση ζητώ, ένα όχι. Και βλέπω τους πάντες, σχεδόν, γύρω μου να προτείνουν οι ίδιοι την τιμή της αγοραπωλησίας τους πριν καν τους ζητηθεί. Για ένα τόσο δα, εφήμερο φλασάκι προβολής· για μια σταλίτσα ικανοποίησης του πιο αξιοθρήνητου εγωισμού


Όλα κι όλα…Ο καλλιτέχνης οφείλει να είναι εγωιστής, δηλαδή αμείλικτος με τον εαυτό του. Εγωπαθής μόνο δεν πρέπει να είναι, επειδή τότε υπερέχει η ανασφάλεια της αδυναμίας του. Εκτός κι αν μόνος αυτός και αποκλειστικά έχει απωθημένους ουρανούς. Ε, τότε ίσως αυτός ο μαγικός στίχος της Κικής μπορεί να τον βοηθήσει: Η νεκροψία όλης αυτής της καντεμιάς έδειξε πως τα μόνα καλότυχα φτερά τα είχε η ματαιότης.
Το δράμα, πάλι, με την ελληνική τέχνη είναι ότι δεν ανταποκρίνεται άμεσα και ανοιχτά προς την ελληνική κοινωνία απ’ όπου και προέρχεται. Υπάρχει ερήμην της. Ένα κουβάρι θεσμών, εξουσιών, μηχανισμών, υπουργείων· συνωμότησαν, θαρρείς, για να οδηγηθούμε σ’ αυτή τη μικρή τραγωδία· σ’ αυτό το σιωπηρό μέσα πένθος. Έχει περάσει περισσότερος από μισός αιώνας από την “χαμένη άνοιξη” του ΄60 που διαφαινόταν μια κάποια πολιτιστική αναγέννηση πριν τον κλαυσίγελο της δικτατορίας. Έπειτα ήρθαν οι μάνατζερ, οι “δημοτικιστές”, οι “καθαρολόγοι”, οι  “εχθροί” του Ελγίνου, οι εκσυγχρονιστές και οι λιανικές επιγαμίες πολιτισμού και αθλητισμού. Αφού πρώτα ευνούχισαν τη γλώσσα ώστε να λες “Δόξα τω Θεώ” αλλά να μην μπορεί να το γράψεις –εκτός κι αν σας αρέσει το παρακείμενο δοτικό τέρας- έθισαν έναν ολόκληρο λαό στη μεθαδόνη της ευκολίας, στο “δικαίωμα” της ήσσονος προσπάθειας, στην ηθική της αγοράς και στο αγοραίο μιας ηθικής που μεταβάλλεται ανάλογα τις περιστάσεις...
Έτσι, ο καλλιτέχνης έγινε πια κομμάτι του συστήματος. Το άλλοθί του, η υψηλή του δικαιολογία, η ευκολία του και η διασκέδασή του. Το κερασάκι σε μια τούρτα με “γεννήματα εχιδνών” στο εσωτερικό της, για να θυμηθούμε την ποιητική έκφραση των Μακαρισμών. Ίσως γι’ αυτό είμαι τόσο σκεπτικιστής απέναντι στην μυθολογία των μεγάλων σόου και των πανάκριβων παραγωγών που όμως αποπνέουν την κρατική περί τέχνης άποψη, όσο κι αν υποδύονται την avantgarde. Επειδή το ελεύθερο φρόνημα του καλλιτέχνη υποδουλώνεται στη δεσμευτική παραγγελία του manager.
Στην εποχή των εικόνων και στη δεσποτεία των μέσων χρειαζόμαστε όσο τίποτε άλλο στάσεις και ρήξεις.
Ο δημιουργός καλείται, αντί να είναι μοναδικός θεατής στο αλωνάκι του εαυτού του, να γίνεται ο πρωταγωνιστής στο θέατρο του κόσμου· και η τέχνη του να είναι ταξική, δηλαδή εναντίον της ομοιομορφίας της προβλέψιμης τάξης και ασφάλειας που “εγγυάται” η όποια εξουσία. Ας κρατήσουν αυτοί τη διακόσμηση, τη “συγκίνηση”, την αναπαράσταση και το μελό για τον εαυτό τους. Εμείς θέλουμε το μέλι της στάσης και την κίνηση της ανατροπής. Και αυτή η κοινωνία έχει ανάγκη θεμελιωδών ανατροπών τώρα. Αλλιώς θα βουλιάξει στην πιο καταναλωτική απάθεια και στα πιο φαντασιακό τίποτε· σαν το αμερικανικό σινεμά και την ονείρωξή του, που τα ξεχνάς μόλις εγκαταλείψεις την αίθουσα. 

*Ο κ. Μάνος  Στεφανίδης είναι τ. Επιμελητής  της Εθνικής Πινακοθήκης,
συγγραφέας, κριτικός τέχνης, καθηγητής  Πανεπιστημίου.