Τετάρτη 18 Απριλίου 2018

Απόδραση στο Χρόνο

Του Ευάγγελου Γ. Σακκέλιου *


  Πρόσωπα γκρίζα. Ώμοι κυρτοί. Χέρια με ρόζους. Ρυτίδες. Γέλια. Εξώθυρα και μονοπάτια. Ένα κλείσιμο του ματιού στον χρόνο σε φόντο ασπρόμαυρο. Είναι ο κόσμος που αιχμαλώτισε ο φακός του δημιουργού στην γενέθλια πόλη των δικών του. Μια πατριδογνωσία της λιμνοθάλασσας. Της μελαγχολίας του Μεσολογγίου που έγινε ένα με την πόλη.
Ένας μικρόκοσμος ματαίωσης και προσδοκίας. Χειρονομίες απέριττες, αδόλευτες, αξόδευτες μέσα στη σιωπή. Στεφάνια του Μαγιού, βλέμματα προσμονής, οι αλυκές ως λουτρό, πρόσωπα τσακισμένα μα όρθια. Ψηφίδες πολιτισμού της καθ’ ημάς «κάθε μέρας».
 
  Ο κόσμος του Νίκου Αλιάγα δεν είναι φωτεινός. Απέδρασε απ’ την αριστερή όχθη του Σηκουάνα. Εγκαταβίωσε στο μισοσκόταδο της λίμνης. Και της πόλης που έμαθε να ζει δίπλα της. Είναι ο κόσμος της βιωτής, σχεδόν ημιθανής, στριμωγμένος σε αρχέγονα γέλια, αυλακιές προσώπων, ρυτιδιασμένες παλάμες, αθώα βλέμματα. Ένας κόσμος άλλοθι, αντίδοτο στην δίνη και στο έρεβος, μια συνομωσία της αθωότητας.
  Ένα παράλληλο σύμπαν όπου ο Αλιάγας αγκάλιασε τον κόσμο της Βούλας Παπαϊωάννου, τον κόσμο του Τλούπα, του δικού μας Κώστα Μπαλάφα. Γιατί ο φακός σημάδεψε κι αιχμαλώτισε στιγμές, χειρονομίες. Είναι φωτοσκιάσεις. Περιπλανήθηκε στο παρελθόν χωρίς να εκβιάζει την νοσταλγία, αφουγκράστηκε το χθες με το βλέμμα στο σήμερα, εστίασε σε ξωμάχους δείχνοντας γέλια παιδιών. Ο Αλιάγας του Παρισιού, της Αβινιόν, των Βρυξελλών και της Γενεύης δεν ξέρω αν είναι ο ίδιος με τον Αλιάγα του Μεσολογγίου. Δεν ξέρω αν οι κόσμοι του τέμνονται, αν τα «κλικ» είναι τα ίδια, αν τα ασπρόμαυρα φόντα της Εσπερίας (του) κουβαλούν αυτή την γοητεία της λιμνοθάλασσας. Την «φθορά» της γοητείας της. Γοητεία που το Μεσολόγγι και οι άνθρωποι του πάντα ασκούν.


Ο Ευάγγελος Γ. Σακέλλιος είναι δικηγόρος Άρτας