Πέμπτη 15 Απριλίου 2021

 

Ι.Μ.ΠΑΝΑΓΙΩΤΟΠΟΥΛΟΣ

Ένας  διδάχος και  ταξιδευτής του χρόνου

 

Του Γιάννη Μπαρδάκη*

    Ο Ιωάννης  Μιχαήλ Παναγιωτόπουλος, είναι κατά τον Πέτρο Χάρη,  «μια μορφή των ελληνικών γραμμάτων που εργάστηκε  σε όλα τα είδη του λόγου: Ποίηση, διήγημα, μυθιστόρημα, ταξιδιωτική εντύπωση, δοκίμιο, μελέτημα, ιστορία της λογοτεχνίας, κριτική βιβλίου, θέατρο».

       Τέτοιες μέρες ήτανε, 17 Απρίλη του ΄82, Μεγάλο Σάββατο, όταν  απέδρασε του κόσμου τούτου. Στη μνήμη του,  σαν επιτάφια στήλη,  καταθέτω ένα μικρό σχεδίασμα  με τους σταθμούς της ζωής του.

 

         Και το κάνω με χαρά, γιατί ο άνθρωπος αυτός μου ενέπνευσε την αγάπη μου για τη λογοτεχνία, όταν σε ηλικία 7 χρόνων, το 1961, ακολουθώντας το πατέρα μου, στο προσήλιο και με σανιδένιο πάτωμα  καφενείο του Λάμπρου Κωνσταντάκη, όπου σύχναζε ερχόμενος στο χωριό μας, τη Μπουρλέσια τότε και Άγιος Ανδρέας  τώρα, γενέθλιο τόπο  της δεύτερης γυναίκας του Αφροδίτης Επαμεινώνδα  Γαλανοπούλου,  τον άκουγα να περιγράφει τις  εντυπώσεις του απ΄το ταξίδι του στην Κίνα.

      Ρούφαγα σαν σφουγγάρι την υπέροχη και γλαφυρή διήγησή του,   τις  σκηνές από την αχανή αυτή χώρα και εκείνο που μου έμεινε περισσότερο, ήταν  η αναπαράσταση πώς τρώγανε με τα ξυλάκια το ρύζι οι Κινέζοι.

     Το φως της ζωής του το είδε στις 23 Οκτωβρίου  1901  « …. σ’ ένα μικρονήσι της Μεσολογγίτικης λιμνοθάλασσας, το Αιτωλικό», όπως δήλωνε σε μια συνέντευξή του, λίγους μήνες πριν πεθάνει στη Νινέττα Κοντράρου στην εφημερίδα «Έθνος». Ήταν ο πρωτότοκος γιός του Μιχάλη Παναγιωτόπουλο (1859-1935) και της Ειρήνης Καραμούζα (1869-1937). Μετά από αυτόν ακολούθησαν άλλα τρία παιδιά, που πέθαναν πρόωρα και τα περιγράφει στο βιβλίο του «Χανς και άλλα πεζά»:

        Η Ελένη (1902-1916), « ….ένα χαριτωμένο κοριτσάκι, ένα τόσο δα κοριτσάκι με γλυκά κατάμαυρα μάτια κ’ ένα χαμόγελο στην όψη ιλαρό. Ήταν κάτι σα μια χαρούμενη ανταύγεια φωτός σε μια θάλασσα γαληνεμένη, σαν ένα μπουμπούκι τριανταφυλλιάς σ’ έναν ανθισμένο ανοιξιάτικο φράκτη…..».

       Ο Γιώργος (1905-1912), « …..ένα χαρούμενο ολοστρόγγυλο αγοράκι, με γαλήνια , γλυκύτατα μάτια, γαλάζια σαν μιαν ευδία καλοκαιρινή…». Και

      Ο Κώστας (1907-1927), « ……μελαχρινός, ομορφότερος απ’ όλα τα παιδιά αδερφός, ο αδερφός με την ανάποδη τύχη….».

 

Το δίπατο σπίτι της οικογένειας στο Αιτωλικό


 Ο πατέρας του, γνωστός ως «Κλίτσης» από τα αδύναμα πόδια του,  διατηρούσε ουζοπωλείο στο ισόγειο του δίπατου σπιτιού  στη σημερινή  οδό Βασιλέως Παύλου του όμορφου Αιτωλικού.  Όμως  οι δουλειές του,  παρά το γεγονός ότι η επιχείρηση είχε μετατραπεί σε παντοπωλείο και αργότερα σε  οπωροπωλείο, δεν πήγαιναν καλά. Έτσι  αποφάσισε να μετακομίσει στην Αθήνα για καλύτερη τύχη, αφήνοντας πίσω τη νερένια πολιτεία. Ένα κρύο πρωινό του Φλεβάρη του 1910 όλη η οικογένεια του κυρ Μιχάλη επιβιβάστηκε  στη τρίτη θέση του τρένου, που έκανε  το δρομολόγιο Αγρίνιο - Κρυονέρι και στη συνέχεια από την Πάτρα στην Αθήνα και εγκαταστάθηκε στην οδό Αριστομένους (σημερινή οδό Μαρασλή) στο Κολωνάκι.

       Αφού αποφοίτησε  από το 5ο  Γυμνάσιο Αθηνών, γράφτηκε στη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών από την οποία αποφοίτησε το 1923 και διορίστηκε φιλόλογος στη Πορταριά του Πηλίου.

     Το πρώτο  του βιβλίο,  η ποιητική συλλογή «Το βιβλίο της Μιράντας»,  εκδόθηκε  από τα Νέα Γράμματα το καλοκαίρι του 1924, με πρόλογο του Κωστή Παλαμά.

       Στις 14 Αυγούστου 1926 έκανε τον  πρώτο  γάμο του, στη Ζωοδόχο Πηγή της οδού Ακαδημίας,  με μια μεγαλύτερή του  πλούσια Αθηναία αριστοκράτισσα,  τη Σοφία Δημακοπούλου (Αθήνα 1889-1970), με την οποία στις  22 Γενάρη  1931 απέκτησε  τον  πρώτο γιό του τον Κώστα, ενώ δύο χρόνια αργότερα χώρισε.

     Τον επόμενο χρόνο,  στις 7 Σεπτέμβρη 1934,   παντρεύτηκε,  στην Αγία Ελεούσα μέσα στο φαράγγι της  Κλεισούρας,  τη δεύτερη γυναίκα του την  Αφροδίτη Γαλανοπούλου  απ΄τη Μπουρλέσια Μεσολογγίου.

 

Από τον γάμο του αυτό απέκτησε  στις 19 Νοεμβρίου 1949 το γιό του Άλκη (Αλκιβιάδη) Παναγιωτόπουλο και στις 19 Ιουλίου 1953 τη κόρη του Λήδα Παναγιωτοπούλου - Οικονομίδη. Προηγουμένως, στις 14 Οκτωβρίου 1947 απέκτησε και  δίδυμα, που βαφτίστηκαν  με τα ονόματα Μιχαήλ και Ελένη αλλά πέθαναν  στις 10 και 11 Δεκεμβρίου του ίδιου χρόνου.  

 

Η Αφροδίτη Γαλανοπούλου και το πρώτο του ταξίδι

           Η χρονιά του ΄47  ήταν μια πολύ δύσκολη,  γιατί εκτός του θανάτου των δίδυμων παιδιών, τον Αύγουστο ο συγγραφέας εισήχθη στον «Ευαγγελισμό» με κύστη στη σπλήνα, ενώ με τη γέννηση των άτυχων διδύμων η σύζυγός του κινδύνευσε να πεθάνει από επιλόχειο πυρετό.

     Εν τω μεταξύ την Άνοιξη αυτού του χρόνου άρχισε να ταξιδεύει  στην Ελλάδα, ως απεσταλμένος της εφημερίδας «Πρωία». Πρώτος του σταθμός η Αιτωλία και το Μεσολόγγι για το οποίο  γράφει στο βιβλίο του «Μορφές της ελληνικής γης», που εξέδωσε το 1937 με δικά του έξοδα:

     « …..Ταξιδεύω μ’ ένα βιβλίο του Παλαμά στη βαλίτσα μου. Πρέπει να ξαναδιαβάσει κανείς εδώ πέρα, τους τόπους τούτους, τους Καημούς της λιμνοθάλασσας, για να χαρεί τη λυρική ομορφιά τους….. Οι λιμνοθάλασσες της Αιτωλίας, έχουν ένα ιδιαίτερο λυρικό νόημα, που πρέπει κανείς να κατακτήσει από κοντά, για να καταλάβει για ποιό λόγο, οι τόποι τούτοι φτέρωσαν το νεοελληνικό τραγούδι κι έδωσαν στο Έθνος ένα πλήθος  πεζογράφους και ποιητές…. Μπροστά στις λιμνοθάλασσες, αντίκρυ στα πρόσχαρα χαμηλά  βουνά, ο άνθρωπος στοχάζεται  με την καρδιά…..».

      Το 1938 ανέλαβε να συνεχίσει τη λειτουργία του «Ελληνικού Εκπαιδευτηρίου Δ.Ν. Μακρή» όπου δίδασκε από χρόνια, μετονομάζοντάς το σε «Ελληνικόν Εκπαιδευτήριον Ι.Μ. Παναγιωγόπουλου και Δ.Β. Ελευθεριάδου». Επρόκειτο για  ένα σχολείο πρότυπο  μέσα από το οποίο ο Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος «Ως παιδαγωγός και δάσκαλος έπλασε μαθητές και νεώτερους δασκάλους», σύμφωνα με ρήση του Κώστα Γεωργουσόπουλου, ενός από τους χιλιάδες διαπρεπείς μαθητές του.

       Το 1942 το Υπουργείο Παιδείας της κατοχικής κυβέρνησης τον προσκάλεσε να συμμετάσχει στην επιτροπή απονομής των κρατικών λογοτεχνικών βραβείων αλλά ο Παναγιωτόπουλος  απέρριψε  την πρόσκληση.

     Στις 3 Φεβρουαρίου 1949 το ζευγάρι γυρίζοντας από ταξίδι τους στην Αίγυπτο πέρασε μια μεγάλη περιπέτεια υγείας. Από κατανάλωση μολυσμένων λαχανικών στη χώρα του Νείλου, προσβλήθηκαν και οι δύο τους από εχινόκοκκο, με  αποτέλεσμα ο μεν Παναγιωτόπουλος να υποβληθεί σε νεφρεκτομία, η δε σύζυγός του σε απανωτές εγχειρήσεις  στο συκώτι αρχικά  και στην καρδιά αργότερα.

      Το Νοέμβριο του 1950 συμμετέχει στη συγκρότηση της « Ομάδας των Δώδεκα».

 

    Διακρίνονται από αριστερά προς τα δεξιά: Καθιστοί Ι.Μ. Παναγιωτόπουλος, Γιώργος Θεοτοκάς, Κώστας Ουράνης, Μ.Καραγάτσης, Άλκης Θρύλος (Ελένη Ουράνη) και όρθιοι Τάσος Αθανασιάδης, Μιχαήλ Στασινόπουλος, Γιάννης Χατζίνης, Πέτρος Χάρης, Ηλίας Βενέζης, Άγγελος Τερζάκης και Στέλιος Ξεφλούδας.

      Στις 29 Απριλίου 1953 διορίστηκε μέλος του γνωμοδοτικού συμβουλίου προγράμματος του ΕΙΡ, ενώ στις 14 Φεβρουαρίου 1955 αντιπρόεδρος του Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου.

      Στις 26 Δεκεμβρίου 1961 του απονεμήθηκε το Χρυσό Μετάλλιο της Ιεράς Πόλεως Μεσολογγίου και  τρία χρόνια αργότερα,  στις 5 Μαΐου 1964,  το  Χρυσό  Μετάλλιο  της γενέτειρας πόλης  του Αιτωλικού.

     Στις 21 Απριλίου 1967  παύτηκε   από μέλος των Δ.Σ. της Εθνικής Πινακοθήκης και του Εθνικού Θεάτρου ενώ αργότερα αρνήθηκε να δεχτεί το Μεγάλο Βραβείο Λογοτεχνίας που είχε θεσπίσει η δικτατορία με χρηματικό έπαθλο 1.000.000 δραχμών.

       Αταλάντευτα εναντίον της δικτατορίας, περιφρονητής των αφρόνων δικτατόρων  δήλωσε ανήμερα της 21ης Απριλίου 1967: «Από σήμερα και όσο διαρκεί αυτή η πανούκλα δεν θα γράψω ούτε ένα στίχο. Είναι το μόνο μέσο που έχω για να πολεμήσω τους δικτάτορες….»,  ενώ  το 1973, επαίνεσε την εξέγερση του  Πολυτεχνείου  «ως αμάραντο φύλλο της νεοελληνικής ιστορίας».

Υπουργός Πολιτισμού στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή

 

     Στις 9 Οκτωβρίου 1974 ορκίστηκε υπουργός Πολιτισμού και Επιστημών στην υπηρεσιακή κυβέρνηση Κωνσταντίνου Καραμανλή, θέση την οποία κράτησε  μέχρι τις εκλογές της 17ης Νοεμβρίου.  Μετά τις εκλογές ανέλαβε  πρόεδρος του τότε ΕΙΡΤ  επανήλθε δε στη θέση του  αντιπροέδρου του  Δ.Σ. του Εθνικού Θεάτρου.

     Στις 16 Απριλίου 1976 αναγορεύτηκε  επίτιμος διδάκτωρ της Φιλοσοφικής Σχολής του Πανεπιστημίου Αθηνών, ενώ τον επόμενο χρόνο απορρίφτηκε  για δεύτερη φορά η υποψηφιότητά του - όπως και το 1958 - για την Ακαδημία Αθηνών, με τον αγαπημένο του φίλο τον λογοτέχνη της Θεσσαλονίκης Γιώργο Θ. Βαφόπουλο να τον παρηγορεί σε γράμμα, «…..ποιος εφτώχυνε από τη περιπέτεια αυτή? Εσύ ή η Ακαδημία?».

      Από τις 30 Απριλίου έως στις 12 Νοεμβρίου 1980  προβλήθηκε  με επιτυχία στη τηλεόραση το εμβληματικό του μυθιστόρημα «Αστροφεγγιά» που εξέδωσε το 1945 σε διασκευή Βαγγέλη Γκούφα και σκηνοθεσία Διαγόρα Χρονόπουλου, δηλώνοντας στο περιοδικό «Οικογενειακός Θησαυρός» στο τεύχος της 17-6-1980 στη δημοσιογράφο Βάσω Βασιλαδιώτη μεταξύ άλλων:

     «Είμαι ικανοποιημένος. Γιατί ο άνθρωπος που ανέλαβε τη διασκευή είναι έμπειρος. Πήρε την ουσία του κειμένου, μπήκε στο νόημα κι έδωσε σωστά την εποχή…… Είχα την ευτυχία να συνεργάζομαι μ’ ένα όμιλο ηθοποιών που αγάπησαν το βιβλίο. Από την πρωταγωνίστρια την κα Βαλσάμη μέχρι τον Αντώνη Καφετζόπουλο που μ’ έχει εκπλήξει με το ταλέντο του, όλοι τους είναι υπέροχοι. Ακόμη θέλω να πω για τον Καφετζόπουλο πως μόλις τον πρωτόδα είπα: Να ο Άγγελος της Αστροφεγγιάς……».

     Παράλληλα στο «Έθνος» δήλωνε για  την πρωταγωνίστρια της σειράς:

      « Η Νόρα Βαλσάμη αυτό το «μομολάκι» δε φανταζόμουνα ποτέ πως θα δώσει τόσο όμορφα το ρόλο της Δάφνης στην Αστροφεγγιά».

           Τον Φεβρουάριο του 1982 άρχισε η αντίστροφη μέτρηση της  ζωής του, καθώς παθαίνει  εγκεφαλικό επεισόδιο και μεταφέρθηκε  στη Πολυκλινική Αθηνών, όπου τελικά έσβησε  τα ξημερώματα του Μεγάλου Σαββάτου σε ηλικία 81 ετών και  από τις 19 Απριλίου 1982 ξαποσταίνει στο Νεκροταφείο Αμαρουσίου.

.

     Κλείνω με δυό μικρά  αποσπάσματα ποιημάτων του:

      Το πρώτο με τίτλο «Μικρή νυχτερινή μουσική», ποίημα τρυφερό και ερωτικό από τη ποιητική συλλογή του «Ο κύκλος των ζωδίων» εκδόθηκε  το 1952 από τον ΙΚΑΡΟ με εξώφυλλο του Σπύρου Βασιλείου:

«Θα μπορούσα να την πω «μικρή νυχτερινή μουσική»

αυτή την άγρυπνη θύμηση

-να ταξιδεύω τα λαίμαργα δάχτυλά μου

στα καλοκαιρινά σου μαλλιά

και ν’ αναπνέω τη σιωπή στο μισάνοιχτο στόμα σου,

ανασαίνοντάς σε, ανασαίνοντάς σε, ανασαίνοντάς σε,

καθώς ανασαίνει το νυχτολούλουδο

το φως των φιλαπόδημων άστρων».

     Το δεύτερο από τη ποιητική συλλογή «Παράθυρο του κόσμου»  εκδόθηκε το 1962 από τον εκδοτικό οίκο ΦΕΞΗ, πάλι με εξώφυλλο του Σπύρου Βασιλείου.:

«Σκύβω στο χώμα, στη μοναξιά,

αφουγκραίνουμαι τον καλπασμό των αιώνων.

Περίτρομος, αισιόδοξος, απελπισμένος.

Θέλω να πω τη στερνή «καληνύχτα».

Θέλω να πω τη στερνή « καλημέρα».

Να καρφώσω ένα βαθύ τριαντάφυλλο

στα στέρνα των κόσμων.

Να το καρφώσω και να περάσω.

Αυτό το τριαντάφυλλο είναι η ποίηση».

 

*Ο Γ.Μ είναι δικηγόρος και συλλέκτης ασπρόμαυρων ταινιών του Ελληνικού Κινηματογράφου.