Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2019

Ανδρέας Κίτσος - Μυλωνάς


Ο αφανής στοχαστής του πνεύματος

«Ας κοιμούντ’ ευτυχισμένα όσα αγαπήσαμε»
  (Στίχος του Ανδρέα Κίτσου-Μυλωνά)




                                                                                                                                                     Του Γιάννη Μπαρδάκη *

Τέτοιες μέρες του Φλεβάρη 2004, έφυγε για το επέκεινα, ο λόγιος  Ανδρέας Κίτσος – Μυλωνάς με τον οποίο είχαμε κοινή  καταγωγή και μάλιστα γείτονες από τη  Μπουρλέσια  Μακρυνείας Μεσολογγίου (όπως εγώ  προσδιορίζω γεωγραφικά το χωριό μου,  κόντρα στους  κάθε λογής πολιτικάντηδες  που με τις φαεινές ιδέες τους το μετέτρεψαν σε Άγιο Ανδρέα Αγρινίου)  αλλά και κοινή επαγγελματική πορεία.
  
Γεννήθηκε το 1938 στο Μεσολόγγι, όπου υπηρετούσε ο πατέρας του Θεοφάνης Κίτσος ως φιλόλογος καθηγητής στην Παλαμαϊκή Σχολή.

Το Μυλωνάς ως δεύτερο επώνυμο,  που  πρόσθεσε ο ίδιος και τον ακολούθησε σε όλη του τη ζωή, είναι παρατσούκλι. Έτσι θυμάμαι να τον  αποκαλούμε στο χωριό  «ο Ανδρέας του Μυλωνά».

Σπούδασε νομικά και αγωνίστηκε μέχρι το τέλος της ζωής  του ως  μαχόμενος  δικηγόρος  από το μετερίζι του της οδού  Σόλωνος 89  που ήταν το δικηγορικό του γραφείο, το οποίο αποτελούσε και  στέκι διανοούμενων,  δεδομένου ότι  παράλληλα  με τη δικηγορία ασχολήθηκε έντονα  με τη φιλοσοφία, τη ποίηση και το δοκίμιο.

Κατά τον δοκιμιογράφο Βασίλη Λαμπρόπουλο στο φιλολογικό περιοδικό "Σημειώσεις", "καλλιέργησε τον φιλοσοφικό στοχασμό μέχρι τα όριά του και είναι ο μόνος νεοέλληνας στοχαστής στο έργο του οποίου ιδέες και λόγος, έννοιες και γλώσσα, επιχείρημα και έκφραση δεν διακρίνονται".

Ο Κίτσος υπήρξε  και σπουδαίος «Σολωμικός» μελετητής.
Το 1980 δημοσίευσε στο «Ελληνικό Λογοτεχνικό και Ιστορικό Αρχείο» πέντε θαυμάσια κείμενα - μελέτες για τον Διονύσιο Σολωμό με τον γενικό τίτλο «Σολωμός - Προλεγόμενα κριτικά: Στάη – Πολυλά - Ζαμπελίου».

Κατά τον εκδότη του «Επίκουρου»  Γιώργο Βάμβαλη για την ελαχιστότητα των γραπτών του «Ο Ανδρέας συζητούσε. Ο Ανδρέας ήταν στην Αγορά. Στην Αρχαία Αθήνα θα ήταν περιπατητικός φιλόσοφος. Ίσως ολιγογράφος επικούρειος ή  ίσως  στωϊκός».

Περίφημη έμεινε και η λεγόμενη «παρέα του Χαλανδρίου» της οδού Σαχτούρη, η συνεκτικότερη ομάδα συνοδοιπόρων στη μεταπολεμική γραμματεία στην οποία συμμετείχε  και πιστεύω ότι δικαιολογείται ο χαρακτηρισμός μου αυτός από τα ονόματα που παραθέτω:  Βύρωνας Λεοντάρης, επίσης δικηγόρος και ποιητής (ποιος δεν έχει σιγοψιθυρίσει το τραγούδι του Γιάννη Σπανού με την Αρλέτα «Η ομίχλη μπαίνει από παντού στο σπίτι») Γεράσιμος Λυκιαρδόπουλος, Μάρκος Μέσκος, Τάσος Πορφύρης, Στέφανος Ροζάνης, Τάκης Κονδύλης, Μάριος Μαρκίδης, Μανόλης Λαμπρίδης, Κώστας Γεωργουσόπουλος,  Χριστόφορος Αργυρόπουλος,  Μάνος Ελευθερίου και τρεις γυναίκες - ποιήτριες Ζέφη Δαράκη (σύζυγος του Βύρωνα Λεοντάρη), Μαρία Σερβάκη και Ρένα  Κοσσέρη.

Κλείνω το σύντομο αυτό σημείωμα  στον «ταμένο της λογοτεχνίας» κατά τον Κώστα  Γεωργουσόπουλο,  με  αποσπάσματα από ένα δοκίμιό του που το άντλησα από τη «Καθημερινή» της 26ης Ιανουαρίου 1981 με τίτλο «Η λέξη χωρίς το πράγμα- Η κριτική δύναμη της ελληνικής γλώσσας» και από δύο ποιήματά του, ύμνοι στους  αγαπημένους  γενέθλιους τόπους του. Το  Μεσολόγγι, τη Μπουρλέσια και  τη Μακρυνεία.




Στο δοκίμιό του γράφει μεταξύ άλλων: Από «την αγράμματη γλώσσα του Ομήρου» ως τη στεγνή εποχή της ελευθερίας της γραφής πρέπει να διδαχθούμε γλωσσονομικά. Εισήλθαν στη γλώσσα και στο παρελθόν και σήμερα περισσότερα πράγματα στη σύνταξή της απ’ όσα άντεχε…..Αρκεί το ρίγος των κειμένων της τελευταίας  εκατονταετίας σαν άνοιγμα στο ιστορικό και μεταφυσικό βάθος για τη γλώσσα. Ενσάρκωση αντιθετικοτήτων  η ελληνική άντεξε την πανουργία του χρόνου. Σήμερα μεταφράζει».

Το ένα ποίημά του το 1980  που παίζει με τις λέξεις Μακρυνεία, Μαρία (η αγαπημένη του σύζυγος Μαρία Ρουστοπάνη) και Μεσολόγγι  δημιουργώντας μάλιστα   κενά ανάμεσα  στις λέξεις  καταλήγει:
Πικρή Μακρυνεία Μαρία.
Κερδίζουν έστω και αν σε αποκήρυξαν μ  ακρ   υν  εί   α
Που να φύγεις πώς να φύγεις έχεις γεννηθεί
Είχα κι εγώ τραγούδια τραγικά
Είχα ωραίες λίμνες ήρεμες
Είχα αρνηθεί τον στίχο
Να μην τελειώνει ο δρόμος που φέρνει σε σένα
Διότι
Μακρύ     μεσολογ   πίκρα πίκρα πίκρα πίκρα
Διότι
Εν τάξει.

Και το δεύτερο το 1997:
Εμείς ας κάνομε ακόμα παλιά ποίηση
για την άμαξα που έκανε τον αντίθετο δρόμο Μπουρλέσια-
Μεσολόγγι ενώ κατοικούσα δίπλα στον Άγιο Ιωάννη
Όπου ο τάφος του Μυλωνά που έψαχναν
Και φεύγει τώρα η Ισιδώρα στους κάποτε βαρβάρους
 Μ΄ένα παλιό της Ηπείρου ξενιτεμένο μου.

                                                                   *Ο Γιάννης Μπαρδάκης είναι δικηγόρος