Κυριακή 26 Σεπτεμβρίου 2021

 

Η «περιπέτεια» της καρδιάς

 του Επαμεινώνδα Δεληγεώργη

Του πρωθυπουργού που πέθανε

«φέρων το υπερτίμιον του πένητος»


 

Του Νίκου Κορδόση*

Το Μεσολόγγι – η Ιερή Πόλη -  δεν είναι μόνο πρωταγωνιστής της Ελληνικής Επαναστάσεως αλλά και πηγή πνευματικών και πολιτικών φυσιογνωμιών. Σε διάστημα μικρότερο από ένα αιώνα έδωσε στη χώρα πέντε μεγάλους πρωθυπουργούς.

Τον ιστορικό και πρώτο πρωθυπουργό της ελεύθερης Ελλάδος Σπυρίδωνα Τρικούπη, τον  γυιό του, και επτά φορές πρωθυπουργό, Χαρίλαο Τρικούπη, τον ασχοληθέντα με την πολιτική από την ηλικία των δέκα πέντε χρόνων  Επαμεινώνδα Δεληγεώργη  και τους νομομαθείς, ανώτατους δικαστικούς λειτουργούς, αδελφούς Ζηνόβιο και Δημήτριο Βάλβη οι οποίοι με αφοσίωση στο καθήκον, κατόρθωσαν, μέσα σε μια εποχή γεμάτη ανωμαλίες και αντιξοότητες,  να θέσουν τα θεμέλια για τη δημιουργία του μετεπαναστατικού Ελληνικού Κράτους.

Από τους εξέχοντες αυτούς πολιτικούς άνδρες ο Επαμεινώνδας Δεληγεώργης  ήταν γιός του σωματάρχη της Φρουράς και μέλους της Γερουσίας  της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος Δημητρίου - Μήτρου  Δεληγεώργη και της Χρυσάϊδως που  στα δεκαοκτώ της χρόνια, νιόπαντρη ακόμη,  ντυμένη με ανδρικά ρούχα και με το γιαταγάνι  στο χέρι έλαβε  μέρος στην Έξοδο.

 

Ο Νώντας  – όπως τον αποκαλούσαν οι συμπατριώτες του Μεσολογγίτες – στον πενηντάχρονο βίο του,  διετέλεσε έξι φορές πρωθυπουργός.

Γεννήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 1829  και πέθανε στις 14 Μαΐου 1879  χωρίς να κατορθώσει να αποκτήσει ούτε ένα σπίτι στην Αθήνα για την στέγαση της οκταμελούς οικογενείας του.

 Η  κηδεία του έγινε με εξαιρετική μεγαλοπρέπεια στον μητροπολιτικό ναό  Αθηνών.  Το φέρετρο έφεραν  στους ώμους τους Μεσολογγίτες φοιτητές «πνιγμένοι στο κλάμα..» ενώ ανάμεσα στα εκατοντάδες βαρύτιμα στεφάνια που έδιναν φαντασμαγορική εικόνα στην πένθιμη πομπή ήταν και το τελευταίο της σειράς,  λίγο μπροστά από το φέρετρο,  που είχε προκαλέσει  ιδιαίτερη συγκίνηση. Επρόκειτο για ένα στεφάνι πλεγμένο με τα ωραιότερα λουλούδια του Μάη που το  κρατούσε ένας μαθητής του Γυμνασίου Μεσολογγίου προκειμένου να το στρώσει ευλαβικά για προσκεφάλι παντοτινό  στον αιώνιο ύπνο του πτωχού συντοπίτη του πρωθυπουργού.

Η ταφή στην Αθήνα του αγαπημένου και επιφανούς βουλευτού της επαρχίας του Μεσολογγίου, όπως τότε εκλέγονταν οι αντιπρόσωποι του Έθνους, δυσαρέστησε τους συμπατριώτες του οι οποίοι ήθελαν η ταφή του  πρωθυπουργού Επαμεινώνδα Δεληγεώργη, αυτού  που κατέβηκε πάμπτωχος στον τάφο  «φέρων, όμως, ως υπέρτιμον δι΄ αυτόν παράσημον την πενίαν»,  να γίνει στην ένδοξη  πόλη του.

Η δυσαρέσκεια αυτή μεταφέρθηκε στην Υδραία αρχόντισσα  γυναίκα του Ξανθή η οποία γνωρίζοντας τους άρρηκτους δεσμούς του άντρα της με τον γενέθλιο τόπο του αποφάσισε να αποδεχθεί το ομόφωνο ψήφισμα του Δημοτικού Συμβουλίου περί ανακομιδής στο Μεσολόγγι της καρδιάς του συζύγου της Επαμεινώνδα Δεληγεώργη.


 

Έτσι στις 22 Ιουνίου 1879 δωδεκαμελής επιτροπή του Δήμου, με επικεφαλής τον λόγιο Δημήτριο Παλαμά,   «πενθοφορούσα», όπως οι εφημερίδες της εποχής γράφουν, «μετέβη  επί τριών λέμβων στον Αη Σώστη ένθα ανέμενε την άφιξιν του κομίζοντος την καρδίαν ατμοπλοίου».

Εκεί μέσα σε κλίμα εξαιρετικής συγκίνησης  εκφωνήθηκαν  ωραιότατοι λόγοι και η  επιτροπή των Μεσολογγιτών παρέλαβε από  την αντίστοιχη επιτροπή των «εγκαρδίων» φίλων   του Δεληγεώργη,  που την αποτελούσαν ο δήμαρχος Πατρών Θάνος  Κανακάρης και οι βουλευτές  Όθων Μακρυγιάννης και Δημήτριος Βουλπιώτης, το κιβώτιο με την καρδιά του.

Το «ιερό αυτό κειμήλιο» αφού το τοποθέτησαν πάνω σε  επιβλητικό βωμό που είχαν στήσει σε ένα μεγάλο πλοιάριο της λιμνοθάλασσας,   στρωμένο  από άκρη σε άκρη με μαύρο ύφασμα και στολισμένο  με λευκά τριαντάφυλλα και άσπρες πικροδάφνες,  ξεκίνησαν την νηοπομπή για το Μεσολόγγι.

Με την συνοδεία δύο άλλων πλοιαρίων  και με μεσίστιες σημαίες έφθασαν στον δυτικό «μόλο» του Μεσολογγίου  όπου χιλιάδες λαού με επικεφαλής τον δήμαρχο Ι. Γιαννόπουλο, το δημοτικό συμβούλιο, τον κλήρο και τους δημότες της «ολοφυρομένης πρωτεύουσας που περίμεναν την συγκινητική στιγμή του παντοτινού γυρισμού», υποδέχθηκαν την καρδιά  του αγαπημένου τους στην πατρίδα.

Στη συνέχεια,  αφού ο δήμαρχος εναπόθεσε ευλαβικά  το «πολύτιμο» κιβώτιο σε έναν ανοιχτό αμάξι - νεκροφόρα που έσερναν τέσσερα άλογα, σχηματίστηκε πένθιμη πομπή μέσα από δρόμους της πόλης  που ήταν στρωμένοι με δάφνες  και,   υπό τους ήχους των πένθιμων κωδωνοκρουσιών των εκκλησιών, όδευσε στην εκκλησία της Αγίας Παρασκευής μπροστά από μαυροφορεμένες γονατιστές γυναίκες που κρατούσαν  αναμμένα λιβανιστήρια.

Εκεί παρουσία της απαρηγόρητης αδελφής του Δεληγεώργη Πηνελόπης και του συζύγου της ιατρού Αθανασίου Δροσίνη  η ιερή θήκη της καρδιάς τοποθετήθηκε σε μεγαλοπρεπή βωμό, ψάλθηκε τρισάγιο, μίλησε ο διακεκριμένος δικηγόρος και δεινός δικανικός ρήτορας  Πάνος Ζαβογιάννης και επί δύο μέρες εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα.

Την τρίτη ημέρα, αφού έγινε και πάλι λειτουργία εκφώνησε μνημειώδη λόγο  ο έξοχος νομομαθής δικηγόρος και μετέπειτα πρόεδρος του Αρείου Πάγου Χρήστος Καψάλης που προκάλεσε ανατριχίλα στο εκκλησίασμα και  δόνησε συθέμελα κάθε μεσολογγίτικη ψυχή, το κιβώτιο με την καρδιά του Δεληγεώργη ενταφιάστηκε μέσα στον Κήπο των Ηρώων όπου ο εικοσάχρονος τότε ποιητής Κωστής Παλαμάς απήγγειλε ελεγείο.

Όμως,  για  κακή τύχη ο ενταφιασμός αυτός της ανακομισθείσας καρδιάς του επιφανούς πολιτικού  είχε εξαιρετικά δυσάρεστη κατάληξη.

Το 1912 έγινε επιστράτευση και για τις πολεμικές ανάγκες του στρατού επιτάχθηκαν ζώα τα οποία είχαν σταβλίσει  στο βορειοανατολικό τμήμα του Κήπου των Ηρώων όπου δεν υπήρχαν, όπως και τώρα,  ούτε μνημεία ούτε τάφοι.

Μια μέρα όμως, ένα άγριο άλογο αφήνιασε με αποτέλεσμα να  καταστρέψει ολοσχερώς το ξύλινο  μνημείο του Δεληγεώργη μετατρέποντάς το σε συντρίμμια.

Το γεγονός αυτό το πληροφορήθηκε η οικογένειά του και μετά από λίγο καιρό, θεωρώντας την Δημοτική Αρχή ως υπεύθυνη,  φρόντισε για την εκταφή  του κιβωτίου,  και  έτσι  η καρδιά του Δεληγεώργη από την αγκαλιά της Μεσολογγίτικης πατρίδας του  μεταφέρθηκε  στην Αθήνα όπου έκτοτε αναπαύεται  στον εκεί  οικογενειακό του τάφο.

 

*Δικηγόρος, συλλέκτης & ιστοριοδίφης θεμάτων που σχετίζονται με την Ιερή Πόλη