Κυριακή 5 Απριλίου 2020

Ο Τύπος στην υπηρεσία της Ελληνικής Επανάστασης - Τα "Ελληνικά Χρονικά"


                                                                                             

                                                                         Της Ανδρονίκης Π. Χρυσάφη*

Η δύναμη των Media δεν είναι φαινόμενο της σύγχρονης εποχής. Ο «Τύπος» των παλαιότερων εποχών, δηλαδή το σύνολο των γραπτών κειμένων που κυκλοφορούσαν σε διευρυμένα ανθρώπινα σύνολα και πληροφορούσαν για τα γεγονότα, τα πρόσωπα που βρίσκονταν πίσω από τις πληροφορίες, οι επιμέρους λειτουργίες του Τύπου και η επίδραση που ασκούσε στον λαό, υπήρξαν μηχανισμοί που τέθηκαν σε λειτουργία στο σύγχρονο ελληνικό κράτος πριν ακόμα τη συγκρότησή του.
Κατά τη διάρκεια της Ελληνικής Επανάστασης ή ακόμα και πριν από αυτή, μεταφέρθηκαν στις επαναστατημένες περιοχές φορητά ή σύγχρονα τυπογραφεία, εκδόθηκαν χειρόγραφες εφημερίδες με αντιγραφείς, οργανώθηκε ταχυδρομείο, ενώ ακόμα και σε πολιορκημένες πόλεις κυκλοφόρησαν συνδρομητικές εφημερίδες μεγάλης εμβέλειας.

 
Τα έντυπα του Αγώνα δεν αποτελούσαν μόνο μέσο πληροφόρησης, αλλά και κατευθυντήρια όργανά του. Από νωρίς, όσοι ασχολήθηκαν με την προετοιμασία της Επανάστασης είχαν συνειδητοποιήσει τη σημασία του Τύπου. Ο Κοραής συμβούλευε για τη σύσταση εφημερίδας «εἰς διάδοσιν εἰδήσεων».
Οι πρώτες εφημερίδες ήταν χειρόγραφες. Αντιγραφείς αναπαρήγαγαν το αρχικό φύλλο, και στη συνέχεια, στους τόπους όπου έφθαναν τα φύλλα άλλοι αντιγραφείς αναλάμβαναν να τα ξαναγράψουν και να τα στείλουν ακόμα μακρύτερα.
Οι δυσκολίες αυτού του εγχειρήματος είναι φανερές, καθώς δεν υπήρχε οργανωμένο ταχυδρομείο. Η πρώτη χειρόγραφη εφημερίδα ήταν η Εφημερίδα του Γαλαξιδίου, η οποία κυκλοφόρησε αμέσως μόλις ξέσπασε η Επανάσταση, τον Μάρτιο του 1821.
Ακολούθησε η «Εφημερίς Αιτωλική», ένα δισέλιδο ή τετρασέλιδο έντυπο με πλούσια ειδησεογραφία που εκδόθηκε τον Αύγουστο του 1821 στο Μεσολόγγι και «Ο Αχελώος», που εκδόθηκε τον Φεβρουάριο του 1822 στο Βραχώρι (Αγρίνιο) με υπότιτλο «Εφημερίς Πολιτική της Δυτικής Χέρσου Ελλάδος», και αποτελούσε κατά κάποιον τρόπο επίσημο όργανο της Διοίκησης. Και οι τρεις αυτές χειρόγραφες εφημερίδες είχαν βραχύ βίο. Οι ανάγκες του Αγώνα όμως επέβαλαν έντυπες εφημερίδες που να κυκλοφορούν σε μεγαλύτερο αριθμό αντιτύπων και να φτάνουν στο εξωτερικό.

Οι δύο μεγάλοι Φαναριώτες που πρωταγωνίστησαν στον Αγώνα, ο Δημήτριος Υψηλάντης και ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος, είχαν κατανοήσει πλήρως τη σημασία του Τύπου και, φθάνοντας στις επαναστατημένες περιοχές, έφεραν μαζί τους τα πρώτα πιεστήρια. Το πιεστήριο του Υψηλάντη εγκαταστάθηκε σε ένα τζαμί στην Καλαμάτα και εκεί, την 1η Αυγούστου 1821, εκδόθηκε η πρώτη έντυπη εφημερίδα του Αγώνα, η «Σάλπιγξ Ελληνική», με συντάκτη τον Θεόκλητο Φαρμακίδη, από τους λίγους Έλληνες που είχαν δημοσιογραφική πείρα.


Κυκλοφόρησαν μόνο τρία τεύχη της εφημερίδας, καθώς παραιτήθηκε ο συντάκτης της και έκλεισε άδοξα η πρώτη προσπάθεια του Τύπου κατά την Επανάσταση. Το 1824, όμως, νέα τυπογραφεία έφτασαν στην Ελλάδα από τα φιλελληνικά Κομιτάτα του Λονδίνου και του Παρισιού και αναπτύχθηκε η εφημεριδογραφία. Τη χρονιά αυτή εκδόθηκαν τα «Ελληνικά Χρονικά» στο Μεσολόγγι, η «Εφημερίς των Αθηνών» στην Αθήνα με εκδότη τον Γ. Ψύλλα και «Ο Φίλος του Νόμου» στην Ύδρα με συντάκτη τον J. Chiappe, η πιο μακρόβια εφημερίδα του Αγώνα (1824–1827), που αποτέλεσε το επίσημο όργανο της Διοίκησης μέχρι να εκδοθεί «Η Γενική Εφημερίς της Ελλάδος».
Αυτή κυκλοφόρησε από το 1825 έως το 1832, αρχικά με εκδότη τον Θ. Φαρμακίδη, ο οποίος ορίστηκε από τον Μαυροκορδάτο ως ο «Έφημεριδογράφος τῆς διοικήσεως», και από το 1827 τον Γ. Χρηστίδη. Εκδιδόταν πότε στο Ναύπλιο και πότε στην Αθήνα και εθεωρείτο η εγκυρότερη και αρτιότερη εφημερίδα της εποχής της, με πολυάριθμο επιτελείο συνεργατών. Τα έτη 1828–9 κυκλοφόρησε στην Ύδρα από τον J. Chiappe και η γαλλόφωνη εφημερίδα «L’ Abeille Grecque», ενώ στο νησί, τέλος, εκδόθηκε το 1827–8 και η «Ανεξάρτητος Εφημερίς της Ελλάδος» από τον Υδραίο ναυτικό Π. Παντελή, φίλο του Κουντουριώτη. Πλούσια σε ειδησεογραφία, καυτηρίαζε τους φιλόκερδους κοτζαμπάσηδες, και, εξαιτίας των αντιδράσεων που προκάλεσε, σταμάτησε η έκδοσή της. Επανεκδόθηκε το 1842.
  
                                                 "Ελληνικά Χρονικά"

                            Το φύλλο της εφημερίδας «Ελληνικά Χρονικά» που κυκλοφόρησε 
                            για το θάνατο του Λόρδου Βύρωνα (Μεσολόγγι, 9/19 Απριλίου 1824). 

Το πιεστήριο που μετέφερε ο Αλ. Μαυροκορδάτος κατά την άφιξή του στο Μεσολόγγι τον Ιούλιο του 1821 δεν λειτούργησε αρχικά, λόγω έλλειψης τυπογράφου. Τον Δεκέμβριο του 1823, όμως, ο Λόρδος Βύρωνας, που κατέφθασε στην πόλη με τη συνοδεία του, μετέφερε στις αποσκευές του ένα νέο και σύγχρονο για την εποχή του τυπογραφείο. Το τυπογραφείο αυτό είχε σταλεί ως «δώρο» του φιλελληνικού κομιτάτου του Λονδίνου προς τους επαναστατημένους Έλληνες, μαζί με τον συνταγματάρχη Stanhope, και τις σαφείς εντολές να οργανωθεί ταχυδρομείο, υγειονομική υπηρεσία και να ιδρυθεί «ελεύθερος Τύπος».
Οι Άγγλοι είχαν κατανοήσει πλήρως τη δύναμη του Τύπου  και την έθεταν στην υπηρεσία της Επανάστασης! Το πιεστήριο που μετέφερε ο Λόρδος Βύρωνας κατεσχέθη από τους Τούρκους και κατέληξε στην Πάτρα, αλλά ο Stanhope, χρησιμοποιώντας το παλιό πιεστήριο του Μαυροκορδάτου και με τη βοήθεια του φιλέλληνα Ελβετού Ιωάννη-Ιάκωβου Μάγερ, κατόρθωσε, αμέσως μετά την άφιξή τους, να εκδώσει την εφημερίδα Ελληνικά Χρονικά.
Το πρώτο φύλλο της εφημερίδας κυκλοφόρησε την 1η Ιανουαρίου 1824, ενώ τον Απρίλιο οι Μεσολογγίτες παρέλαβαν το τυπογραφείο που είχαν κατασχέσει οι Τούρκοι, και η εφημερίδα εκδιδόταν πλέον στα νέα πιεστήρια. Συνέχισε ανελλιπώς την κυκλοφορία της για δύο χρόνια, έως τον Φεβρουάριο του 1826, οπότε το τυπογραφείο υπέστη ζημιές από τους βομβαρδισμούς των τουρκοαιγυπτιακών στρατευμάτων που πολιορκούσαν το Μεσολόγγι.
Η έκδοση της εφημερίδας σταμάτησε λίγο πριν την Έξοδο των πολιορκημένων, και αφού πρόλαβε να καταγράψει την πραγματικότητα μιας από τις πιο γνωστές, συζητημένες και κρίσιμες πολιορκίες της Ευρώπης.
Τα "Ελληνικά Χρονικά" έμελλε να γίνει η πιο ιστορική εφημερίδα της εποχής της, καθώς συνέχισε να εκδίδεται καθ’ όλη την πολιορκία του Μεσολογγίου, περιγράφοντας λεπτομερώς και εκ των έσω την κατάσταση στην εμπόλεμη πόλη, διαδίδοντας τα μηνύματα που επιθυμούσαν οι συντάκτες της και μεταφέροντας τις πληροφορίες της αντίστασής τους σε όλο τον τότε «Δυτικό Κόσμο».
Έμεινε γνωστή ως η «Εφημερίδα της Πολιορκίας» και η αποτελεσματικότητά της ήταν τεράστια. Κυκλοφορούσε από την Κωνσταντινούπολη μέχρι το Κάιρο και αποτέλεσε πολύτιμη πηγή για τον φιλελληνισμό. Για να συντηρήσει την έκδοση της εφημερίδας, η Ελληνική Διοίκηση αγόραζε φύλλα και τα μοίραζε σε διάφορες επαρχίες.
Εκτός από τα πολεμικά γεγονότα, τα «Ελληνικά Χρονικά» απασχόλησαν θέματα για την ελευθερία, τη δημοκρατία, τη δικαιοσύνη, τον φιλελληνισμό, τη λογοτεχνία. Στην έξοδο του Μεσολογγίου, τη νύκτα της 10ης προς 11η Απριλίου 1826, θα χαθούν όλα: ο φιλέλληνας εκδότης Ι. Ι. Μάγερ με την οικογένειά του και την Μεσολογγίτισσα σύζυγό του Αλτάνη, ο τυπογράφος Μεσθενέας, αλλά και το αγγλικό πιεστήριο που είχε μεταφέρει ο Λόρδος Βύρωνας, ένα μικρό τμήμα του οποίου κατάφερε  να διασωθεί και εκτίθεται πλέον στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο και άλλο ένα κοσμεί το μνημείο του Μάγερ μέσα στον Κήπο των Ηρώων του Μεσολογγίου.


Οι Μεσολογγίτες, κατά τις δραματικές ώρες της προετοιμασίας της Εξόδου, φρόντισαν να θάψουν τα τυπογραφικά στοιχεία «που είχαν περιγράψει τον ιερό αγώνα» τους, για να μην πέσουν στα βέβηλα χέρια…..

*Η Ανδρονίκη Χρυσάφη είναι Αρχαιολόγος – Ιστορικός  M.Sc.