Τρίτη 7 Απριλίου 2020

Φιλέλληνες & Φιλελληνισμός



Της Παναγιώτας (Νάγιας) Δακαλάκη*

            Ο όρος φιλέλληνας  δεν είναι μια ονομασία που παραπέμπει μόνο στα χρόνια της Επανάστασης.
             Έχει τις ρίζες της πολύ βαθειά, στην εποχή ακόμη του Μεγάλου Αλεξάνδρου που του αποδόθηκε το όνομα φιλέλλην τόσο για τη συμμετοχή του στους Ολυμπιακούς Αγώνες όσο και για τη βοήθεια που πρόσφερε στους Έλληνες στη διάρκεια των Περσικών Πολέμων.

 
            Μεσολάβησαν περίοδοι που ο Ελληνικός χώρος (ως γεωγραφικός όρος) είχε κατακτηθεί. Όμως  το ελληνικό πνεύμα  δέσποζε και κυριαρχούσε στους προηγμένους  πολιτισμούς.
            Ο Ρωμαϊκός  είχε εμποτιστεί από την Ελληνική ποίηση και λογοτεχνία ενώ ο  χιλιετής πολιτισμός του Βυζαντίου ήταν μια συνέχεια του Ελληνικού  που  μεταλαμπαδεύτηκε  μέσω της εκκλησίας και των λόγιων  αυτοκρατόρων που σπούδασαν στην Αθήνα.
            Ακολούθησε η Αναγέννηση που τρανώθηκε στη Δύση με τις   αρχαίες Ελληνικές σπουδές και οι πρώτοι Φιλέλληνες άρχισαν να  φθάνουν στη χώρα που γεννήθηκε η Δημοκρατία προκειμένου να θαυμάσουν τα μεγάλα έργα και να δούνε από κοντά τους χώρους όπου λειτούργησε  η Εκκλησία του Δήμου.
            Εκεί όμως που οι όροι φιλέλλην και φιλελληνισμός  βρήκαν την πραγματική τους υπόσταση και έννοια ήταν η εποχή του μεγάλου ξεσηκωμού των Ελλήνων, η περίοδος της Επανάστασης του 21’.


             Τα μεγάλα ονόματα  της Τέχνης και του Πολιτισμού της Ευρώπης με στραμμένη μόνιμα τη σκέψη τους   στην  κλασσική αρχαιότητα άρχισαν να εκδηλώνουν με πολλούς τρόπους το ενδιαφέρον τους για την Ελλάδα. Άλλωστε  οι Έλληνες που μετοίκισαν και εγκαταστάθηκαν στις χώρες της Ευρώπης, μετά την Άλωση, είχαν προλειάνει το έδαφος για μια τέτοια εκδήλωση φιλίας και συμπαράστασης. Η ιδέα της δημιουργίας ανεξάρτητου Ελληνικού Κράτους στο χώρο που ήκμασε η ελληνική αρχαιότητα, φάνταζε πάντα γοητευτική στους μορφωμένους και οικονομικά ανεξάρτητους Ευρωπαίους πολίτες.
            ΄Ετσι  άρχισαν με εράνους να μαζεύουν  χρήματα και πολεμοφόδια, να γράφουν ποιήματα και θεατρικά έργα, να απεικονίζουν  σε πίνακες ζωγραφικής ηρωικά κατορθώματα των Ελλήνων και σκηνές από τις σφαγές του άμαχου πληθυσμού από τους Τούρκους και να ιδρύουν Φιλελληνικά κομιτάτα τόσο στην Ευρώπη όσο και στην Αμερική που  ήταν ακόμη νωπές οι μνήμες τους για  ελεύθερη κοινωνία.
            Ένα ποτάμι από επώνυμους και ανώνυμους Φιλέλληνες κινήθηκε αυτόβουλα προς την Ελλάδα. Άλλοι από   ρομαντισμό και ενδιαφέρον για αναβίωση του αρχαίου Ελληνικού πνεύματος και άλλοι από ιδεολογικό κίνητρο για την αξία της ελευθερίας.
            Κοντά σ΄αυτούς προστέθηκαν  και πολλοί στρατιωτικοί που από την αρχή μέχρι το τέλος της Επανάστασης βοήθησαν στον  αγώνα της ανεξαρτησίας.

                                                           ΛΟΡΔΟΣ ΒΥΡΩΝ



Ο πλέον γνωστός και σημαντικός φιλέλληνας που πρωτοστάτησε στον αγώνα της ανεξαρτησίας, υπήρξε ο Άγγλος ποιητής George Gordon Lord Byron.
 Γεννήθηκε στο Λονδίνο το έτος 1788 όπου και σπούδασε.
            Ανήσυχο πνεύμα, ενθουσιώδης, χαρισματικός εκφραστής των ιδεωδών της εποχής του, πρωτεργάτης και σύμβολο του ρομαντισμού κατά το 19ο αιώνα, μεγάλος λυρικός και σατιρικός ποιητής, αφιέρωσε την ψυχή του και το ίδιο του το σώμα στον αγώνα του Έθνους για ανεξαρτησία. Η ιδιοσυγκρασία του τον οδήγησε σε μια περιπλάνηση στις Μεσογειακές χώρες. Ανάμεσά τους και στην Ελλάδα,  κατά την διετία 1809-1811, η οποία και τον γοήτευσε με τον αρχαίο πολιτισμό της κάνοντάς τον παράλληλα να νοιώθει για το λαό της απέραντη οδύνη για την υποδούλωση του.
             Στα πρώτα του ποιήματα διακρίνει κανείς πόση επιρροή του προκάλεσε η επίσκεψή του στην Ελλάδα και  πόσο συνετέλεσε στη ρομαντική του φύση αλλά και στη μετέπειτα απόφασή του να αγωνιστεί για την ελευθερία της.
             Με την επιστροφή του στο Λονδίνο το 1812 τυπώθηκαν και κυκλοφόρησαν πολλά ποιητικά του έργα κάνοντάς τον διάσημο και κατατάσσοντάς τον στους κορυφαίους της ρομαντικής ποίησης.
             Διάφορα γεγονότα της προσωπικής και οικογενειακής του ζωής τον έκαναν ένα ανικανοποίητο άτομο που ζητούσε σε κάθε στιγμή τη δράση και τη φυγή.
             Ο χωρισμός του από τη γυναίκα του Άννα Ισαβέλλα Μίλμπακ και ίσως η εκ γενετής μικρή χωλότητα του δεξιού ποδιού του, υπήρξαν αιτίες που επηρέασαν τον ψυχικό του κόσμο. Παρά ταύτα κάθε του ενέργεια είχε την ένδειξη της μεγάλης εσωτερικής του δύναμης.
              Κατά τη διάρκεια της παραμονής του στην Τουρκία θέλησε να αποδείξει τη σωματική του ρώμη και ικανότητα με το να προσπαθήσει να διασχίσει τον Ελλήσποντο κολυμπώντας, ενώ οι σχέσεις του με τις γυναίκες, στις οποίες αφιέρωσε πολλά απ’ τα ποιητικά του έργα, ήταν πάμπολλες.
              Για την Ελλάδα ο Λόρδος Βύρων υπήρξε ο μεγάλος Φιλέλληνας χάρις στον οποίο οι Ευρωπαίοι άρχισαν να διερωτώνται « γιατί η μικρή και ένδοξη χώρα να μην αναπνέει τον αέρα της ελευθερίας;»
              Το  1823 ο Λόρδος Βύρων βρέθηκε για δεύτερη και τελευταία φορά στην Ελλάδα θέλοντας να κάνει πράξη όσα ο ίδιος τραγούδησε και διακήρυξε στο ποιητικό του έργο για την ελευθερία. Θέλησε να βοηθήσει ενεργά πλέον τον ελληνικό αγώνα αν και εφ’ όσον οι ίδιοι οι επαναστατημένοι Έλληνες το επιθυμούσαν.
              Την εποχή εκείνη ο Βύρων βρισκόταν στην Ιταλία. Με την παρότρυνση του Φιλελληνικού Κομιτάτου του Λονδίνου φθάνει στην Κέρκυρα που ήταν υπό Αγγλική κατοχή, με στόχο να ενημερωθεί για τα τεκταινόμενα στην Ελλάδα.
              Στην Κέρκυρα παρέμεινε πέντε μήνες και τελικά μετά από επιστολή του Νομοθετικού Σώματος της Ελλάδος που του ζητούσε να συνεργαστεί με τον Αλέξανδρο Μαυροκορδάτο για τη διοργάνωση της Δυτικής Ελλάδος, έφτασε στο Μεσολόγγι όπου και του έγινε πάνδημη υποδοχή. Εκεί ξεκίνησε το μεγάλο του φιλελληνικό έργο εξασφαλίζοντας αρχικά  για την Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος το ποσό των 30.000 λιρών (δάνειο της Αγγλικής Κυβέρνησης) ενώ από το προσωπικό του ταμείο διέθεσε το ποσό των 3.000 λιρών για την ενίσχυση του ελληνικού στόλου. 


Συγχρόνως ανέλαβε να συγκροτήσει σώμα από 500 Σουλιώτες, που μετά το θάνατο του Μάρκου Μπότσαρη βρίσκονταν στην αποκλεισμένη πόλη, τους οποίους εξόπλισε και συντηρούσε οικονομικά.
              Η παρουσία του στο Μεσολόγγι δεν είχε μόνο τη σφραγίδα της προσωπικότητας και της οικονομικής του οντότητας αλλά πρωτίστως συνέβαλε στην αναπτέρωση του ηθικού των σκλαβωμένων Ελλήνων τους οποίους κατόρθωσε να συσπειρώσει γύρω του.
              Φιλελεύθερο πνεύμα ο Βύρων φρόντισε από την αρχή της παρουσίας του στο Μεσολόγγι να διαφωτίσει τους Έλληνες για τα δικαιώματά τους, για τη μεγάλη τους ιστορία και για τη φυλή τους. Για τον σκοπό αυτό στήριξε την έκδοση της εφημερίδας «Ελληνικά Χρονικά» από τις στήλες της οποίας πληροφορείτο ο κόσμος και η Προσωρινή Διοίκηση όσα συνέβαιναν στη μαρτυρική πόλη.
             Δυστυχώς όμως οι περιπέτειες της ζωής του, οι κακουχίες και η ασθενική του κράση είχαν ως αποτέλεσμα το θάνατό του που υπήρξε ίσως το μεγαλύτερο πλήγμα στη διάρκεια του αγώνα της ελευθερίας.
             Την πρώτη κρίση την υπέστη στις 15 Φεβρουαρίου και ενώ βρισκόταν σε σύσκεψη με τον Συνταγματάρχη Στάνχοπ προκειμένου να εκδώσει μια δεύτερη πολύγλωσση εφημερίδα, την «Telegrafo Greco» για την ενημέρωση των ξένων.
             Σύμφωνα με τις πληροφορίες που έδωσε ο Αλέξανδρος Μαυροκορδάτος στην Προσωρινή Διοίκηση, η κρίση προερχόταν από την υπερκόπωση, τις στενοχώριες που είχε από τα καθημερινά προβλήματα των στρατιωτών και από το υγρό κλίμα της πόλης.
             Γρήγορα όμως επανέκτησε τις δυνάμεις του και συνέχισε τις προσπάθειές του για την οργάνωση του αγώνα.
             Εν τω μεταξύ, σε ένδειξη ευγνωμοσύνης προς το πρόσωπό του, το Ανώτατο Ελληνικό Δικαστήριο που έδρευε στο Κρανίδι του έδωσε τιμητικά την Ελληνική ιθαγένεια, ο Μαυροκορδάτος του απένειμε τον βαθμό του Συνταγματάρχη οι δε προύχοντες του Μεσολογγίου τον ανακήρυξαν Ευεργέτη της πόλης.
            Η προσωπικότητα πλέον και η προσφορά του Βύρωνα στους Έλληνες για την αποτίναξη του ζυγού αναγνωρίζεται από όλα τα επαναστατημένα μέρη της Ελλάδας και δέχεται προσκλήσεις για ανταλλαγή απόψεων από πολλούς οπλαρχηγούς. Όμως η προσήλωσή του στο Μεσολόγγι, που το θεωρούσε κλειδί του αγώνα λόγω της θέσης του, και η ασθενική του κράση δεν του επέτρεψαν να ταξιδέψει προκειμένου να τους συναντήσει.
             Εξασθενημένος και με επισφαλή υγεία επιστρέφοντας ένα μεσημέρι από τη βόλτα του που συνήθιζε να κάνει με το άλογό του, βρεγμένος από μεγάλη νεροποντή, δέχτηκε και το δεύτερο πλήγμα της υγείας του. Ήταν αρχές Απριλίου. Οι προσωπικοί του, Έλληνες και ξένοι, γιατροί διέγνωσαν πνευμονία και δεν μπορούσαν να του προσφέρουν πλέον καμιά βοήθεια. Ο λαός της πόλης που τόσο αγάπησε και που αγαπήθηκε από αυτόν περνούσε κάθε ημέρα να μάθει νέα για την υγεία του «Μιλόρδου» τους, όπως τον αποκαλούσαν.
            Δυστυχώς όμως το μοιραίο συνέβη.


             Ο μεγάλος Φιλέλληνας άφησε την τελευταία του πνοή στο Μεσολόγγι την 19η Απριλίου 1824. Τα τελευταία του λόγια ήταν για την κόρη του, την αδελφή του και την Ελλάδα  για την οποία είπε: «Της πρόσφερα το χρόνο μου, την υγεία μου και τώρα της δίνω και τη ζωή μου. Τί άλλο μπορώ να κάνω;»
               Ο προσωπικός του φίλος, συνεργάτης και υπασπιστής Conte Pietro Gamba στο ημερολόγιό του γράφει γι’ αυτόν: «Απέθνησκεν σε ξένη γην εν μέσω λαού ξένου, αλλ’ οπουδήποτε και αν ήθελεν εκφέρει την τελευταίαν του πνοή, δεν θα ήτο περισσότερον αγαπητός, ουδέ θα εθρηνείτο το ειλικρινέστατον».
              Η Προσωρινή Διοίκηση της Ελλάδος διά του Αλέξανδρου  Μαυροκορδάτου εξέδωσε προκήρυξη πέντε σημείων τιμώντας τη μεγάλη αυτή προσωπικότητα του Φιλελληνισμού.
               Η κηδεία του έγινε στις 22 Απριλίου εν μέσω γενικού πένθους και την παρακολούθησε σύσσωμος ο λαός τη πόλης. Το φέρετρο κρατούσαν Σουλιώτες πολεμιστές και το απέθεσαν στον Ιερό Ναό του Αγίου Νικολάου όπου και εκτέθηκε σε λαϊκό προσκύνημα.
               Τον επικήδειο λόγο εκφώνησε με το ρητορικό του ταλέντο ο Μεσολογγίτης ιστορικός και πρωθυπουργός Σπυρίδων Τρικούπης:
«Τί ανέλπιστον συμβεβηκός! Τι αξιοθρήνητον δυστύχημα! Ολίγος καιρός είναι αφού ο πολύπαθος λαός της Ελλάδος όλος χαρά και αγαλλίαση εδέχθη εις τους κόλπους του τον επίσημον τούτο άνδρα και σήμερον όλος θλίψη και κατήφεια καταβρέχει το νεκρικόν του κρεβάτι με πικρότατα δάκρυα και οδύρεται απαρηγόρητα. Ο γλυκύτατος χαιρετισμός Χριστός Ανέστη έγινεν άχαρις την ημέραν του Πάσχα εις τα χείλη του κάθε Έλληνος χριστιανού…..Σήμερον ο πικρός τάφος καταπίνει και αυτόν και τας ελπίδας μας".
Τη σορό του μεγάλου φιλέλληνα παρέλαβε ειδικό πλοίο στις 2 Μαΐου 1824 και τη μετέφερε μέσω Ζακύνθου στην πατρίδα του την Αγγλία ενώ οι πνεύμονές του παρέμειναν στη μαρτυρική πόλη και ενταφιάστηκαν κοντά στους τάφους των ηρώων της ελευθερίας.
Η Ελλάδα εκτίμησε τον μεγάλο φιλελληνισμό του Λόρδου Βύρωνα, την ηθική και υλική ωφέλεια που πρόσφερε στον αγώνα της ανεξαρτησίας και τον αναγνώρισε ως πραγματικό της τέκνο, ως ήρωα και σύμβολο ιερό πανανθρώπινης θυσίας για την Ελευθερία.

ΙΩΑΝΝΗΣ-ΙΑΚΩΒΟΣ ΜΑΓΕΡ

       Ξεχωριστή θέση  ανάμεσα στους Φιλέλληνες κατέχει  ο Γερμανοελβετός Ιωάννης Ιάκωβος Μάγερ που έφθασε στην επαναστατημένη Ελλάδα και εγκαταστάθηκε στο Μεσολόγγι. Γνώστης πολλών γλωσσών, εξέδιδε για δύο  χρόνια την εφημερίδα « Ελληνικά Χρονικά» με όλες τις ειδήσεις και τα γεγονότα που συνέβαιναν στην  πόλη.
               Γεννήθηκε στη Ζυρίχη το 1798. Αποπειράθηκε να σπουδάσει ιατρική αλλά δεν το κατόρθωσε γιατί αποβλήθηκε από το κολλέγιο που φοιτούσε. Απέκτησε όμως εμπειρικές γνώσεις στο φαρμακείο όπου εργάστηκε.
                     Στα νεανικά του χρόνια ένιωσε και αυτός την ιερή υποχρέωση να βοηθήσει τον αγώνα των Ελλήνων για ελευθερία και εθνική ανεξαρτησία. Ίσως το μεγάλο φιλελληνικό ρεύμα που είχε δημιουργηθεί την εποχή εκείνη, ίσως ο επηρεασμός από τη Γαλλική Επανάσταση  ή ακόμη και η αντίθεσή του με την επίσημη θέση του συμπατριώτη του μισέλληνα Καγκελάριου Μέττερνιχ, τον οδήγησαν στο Μεσολόγγι όπου προσέφερε τις ιατρικές του γνώσεις. Παράλληλα ανέλαβε την έκδοση των «Ελληνικών Χρονικών» με δημοσιογραφική επιμέλεια και διεύθυνση του τυπογραφείου από τον Δημήτριο Μεσθενέα που είχε καταγωγή από τη Σμύρνη και έμαθε την τυπογραφική τέχνη στο Παρίσι.



                        Η έκδοση της εφημερίδας αυτής συνέπεσε με τα μεγάλα ιστορικά  γεγονότα και
 κατορθώματα των Ελλήνων και κυρίως με την πλέον ηρωική περίοδο του αγώνα του Μεσολογγίου.
Πρωτοκυκλοφόρησε την 1η Ιανουαρίου 1824 στον εξοπλισμό που διέθεσε για το σκοπό αυτό ο Αλέξανδρος  Μαυροκορδάτος,  ενώ από το 32ο φύλλο της 20ης Απριλίου 1824 άρχισε η εκτύπωση στο αγγλικό πιεστήριο που έφερε με πολλές δυσκολίες από την Αγγλία ένας άλλος Φιλέλληνας ο συνταγματάρχης Στάνχοπ.
               Ο ρόλος που διαδραμάτισε η έκδοση και η κυκλοφορία των «Ελληνικών Χρονικών» ήταν εξαιρετικά μεγάλος γιατί από τα τοπικά και περιφερειακά νέα του επαναστατημένου Μεσολογγίου αποτελούσε και το ημιεπίσημο όργανο της Διοικήσεως Δυτικής Ελλάδος.
                                                               Τρεις φορές όμως η έκδοσή της διακόπηκε για μικρά χρονικά διαστήματα λόγω της καταστροφής από βομβαρδισμούς των σπιτιών όπου βρίσκονταν οι τυπογραφικές της εγκαταστάσεις.
               Ο Ιωάννης Μάγερ παντρεύτηκε την Μεσολογγίτισσα Αλτάνη Ιγγλέζη από μεγάλη και ονομαστή οικογένεια με την οποία απέκτησε δύο κορίτσια.


               Το τέλος  του μεγάλου αυτού Φιλέλληνα ήταν μοιραίο αφού σκοτώθηκε μαζί με την οικογένειά του το βράδυ της Εξόδου τετρακόσια μέτρα από τον Φράχτη, πιασμένος χέρι – χέρι με την γυναίκα του και τα παιδιά του.

*Η Παναγιώτα (Νάγια) Δακαλάκη είναι πτυχιούχος Γαλλικής Φιλολογίας