Κυριακή 17 Μαΐου 2020

Ζωζώ Νταλμάς - Μια ζωή σαν παραμύθι



 Του Γιάννη Μπαρδάκη*

Ένα παραμύθι είναι η ζωή και έτσι ήταν η ζωή μιας καλλονής, της Ζωής Σταυρίδου,  γνωστότερης ως Ζωζώς Νταλμάς. Μια ονειρώδης σύζευξη ζωής και μύθου. Όλα τα σενάρια  του παλιού ελληνικού κινηματογράφου συμπυκνωμένα σε μια ταινία.
Ανήμερα του Αγίου Σπυρίδωνα το 1905 γεννήθηκε στη Κωνσταντινούπολη,  ένα κοριτσάκι με μεταξένια μαλλιά, από πατέρα Μακεδόνα από το Αηδονοχώρι Κοζάνης και μητέρα Πολίτισσα Τσερκέζα  της Λευκορωσίας.
Η οικογένεια διωγμένη από το μίσος των Νεότουρκων, έφθασε  στη Θεσσαλονίκη, ρίζωσε  στα προσφυγικά  και η 12 χρονη Ζωή άρχισε να σπουδάζει πιάνο, άρπα και φωνητική στο Ωδείο Γρεκού, ενώ παράλληλα παρακολουθούσε  μαθήματα χορού.

 
Ακριβώς τον καιρό εκείνο την ερωτεύτηκε ένας αεροπόρος, που με το μικρό του αεροπλάνο έκανε χαμηλές πτήσεις πάνω από τη ταράτσα του προσφυγικού σπιτιού της και την έραινε με λουλούδια. Η ιδιότυπη αυτή πολιορκία, έπειτα από δύο χρόνια κατέληξε σε γάμο. Όμως ο γάμος της αυτός στα 14 χρόνια της,  της διέλυσε τη ξεγνοιασιά της νιότης με αποτέλεσμα,  μετά παρέλευση  6 μηνών, τον χωρισμό.
Σε λίγο καιρό έχασε τη μητέρα της και με τη Τσερκέζα γιαγιά της κατέβηκε στην Αθήνα έχοντας ως αποσκευές ένα κουτί που χρησίμευε ως βαλίτσα, μια ομπρέλα και το μαύρο φουστανάκι της, ως ένδειξη πένθους.
Με τη μεσολάβηση του γνωστού της από τη Θεσσαλονίκη θεατρικού επιχειρηματία Απόστολου Κονταράτου, έπιασε δουλειά στο θίασο της γυναίκας του, της περίφημης Βιεννέζας πρωταγωνίστριας Έλσας Ένκελ  χορεύοντας στο έργο «Πριγκίπισσα της Τσάρντας» που ανέβασε στο θέατρο «Κεντρικόν» της οδού  Κολοκοτρώνη.
Η ομορφιά της αποτυπώθηκε και στο κινηματογραφικό πανί το 1928, αφού μετείχε  ως  Άννα Σταυρίδου  στο δραματικό ειδύλλιο του Δημήτρη Γαζιάδη «Έρως και  κύματα»,  δίπλα στα ιερά τέρατα του θεάτρου  Αιμίλιο Βεάκη, Νίκο Δενδραμή και Κώστα Μουσούρη.
Πάνω στη μεγαλύτερη λάμψη της ήρθε η σύντομη θυελλώδης σχέση της με τον αναμορφωτή της Τουρκίας τον Κεμάλ Ατατούρκ, που κινείται μεταξύ του θρύλου και της πραγματικότητας. 


Τον γνώρισε,   όταν επικεφαλής μεγάλου θιάσου οπερέτας πήγε για παραστάσεις στη γενέτειρά της. Μαγεμένος ο Κεμάλ διέταξε να στρώσουν πορφυρένιο χαλί για να κατέβει από το τραίνο και να σκορπίσουν λίρες στα πόδια. Ο έρωτας του Κεμάλ έγινε  αβάσταχτος όταν σε μια από τις νύχτες της Πόλης του χόρεψε  ημίγυμνη το χορό της κοιλιάς, ενώ αυτός έπινε σαμπάνια από το …γοβάκι της και έκαιγε λίρες.  Μετά τη κάλεσε να περάσουν μια ονειρική νύχτα  στο κονάκι του στη συνοικία Μπεμπέκι. 
Το πρωί  ξυπνώντας είδε  δίπλα της  στο κομοδίνο,  ένα χαρτονόμισμα των χιλίων λιρών. Αμέσως ζήτησε  ένα ψαλίδι και έκοψε  με προσοχή  την εικόνα του που απεικονιζόταν στο χαρτονόμισμα, τη κρέμασε  και άφησε  το υπόλοιπο χαρτονόμισμα πάλι στη θέση του  με ένα σύντομο σημείωμα: «Από αυτό που μου αφήσατε πήρα μόνο αυτό που χρειαζόμουν. Το υπόλοιπο σας το επιστρέφω γιατί μου είναι εντελώς άχρηστο». Και σαν ελεύθερο πουλί άνοιξε  τα φτερά της και πέταξε μακριά.
Μια άλλη εκδοχή είναι ότι δεν έζησε μόνο μία, αλλά πολλές νύχτες κοντά στο Κεμάλ στο παλάτι του Ντολμά Μπαχτσέ και νανουρίστηκε ακούγοντας από το γραμμόφωνο  οπερέτες  και αμανέδες, πάνω σε μιντέρια  και κεντημένα χράμια, έχοντας θεραπαινίδες, πίνοντας γαλλική σαμπάνια, μασώντας  αρωματική χιώτικη μαστίχα και κάνοντας το μπάνιο της  σε απόσταγμα από ροδοπέταλα.



 Το ξανθό και σαν από πορσελάνη πρόσωπο της νέας πια γυναίκας, στόλιζε  για περισσότερα από 50 χρόνια το πλακέ κόκκινο πακέτο άφιλτρων τσιγάρων Sante, όταν το 1931 ο Χαρίλαος Κωνσταντίνου,  ιδρυτής της ομώνυμης καπνοβιομηχανίας Αφοί Κωνσταντίνου,  ανέθεσε σ’ ένα άγνωστο ζωγράφο να βρει ένα πρόσωπο για να στολίσει το πακέτο και αυτός το βρήκε στη πρόσωπο της 26χρονης ξανθιάς καλλονής.
Όμως δεν άργησε να   χτυπήσει και τα δικά της στήθια ο έρωτας με το βέλος που λεγόταν Βασίλειος Λάσκος, κυβερνήτη του θρυλικού  υποβρυχίου «Λάμπρος Κατσώνης» που τορπιλίστηκε στις 14 Σεπτέμβρη 1943 στη Σκιάθο. 


Ο γιγαντόσωμος Λάσκος - κοντά στα 2 μέτρα - γλεντζές, μποέμ και λάτρης των γυναικών,  φώλιασε μέσα στο κόρφο της και την κεραυνοβόλησε  τόσο,  που ανάμεσα στις φωτογραφίες επώνυμων γυναικών που βρέθηκαν στο πατρικό του σπίτι στην Ελευσίνα, μετά το τραγικό θάνατό του, δέσποζε μία δική της με τη χαρακτηριστική θερμή αφιέρωση: «Στο μοναδικό άντρα της ζωής μου».
Από εκεί και μετά ζει  έζησε τραγικά. Η φρίκη του πολέμου και της  Κατοχής «σάρωσαν» την ευτυχισμένη ζωή της στα θέατρα, αλλά και  τη δόξα και τους έρωτές της.  Στη διάρκεια της κατοχής συνελήφθη και οδηγήθηκε στα υπόγεια της Γκεστάπο, όπου βασανίστηκε  φριχτά προκειμένου να αποκαλύψει συναδέλφους που ανήκαν στην Εθνική Αντίσταση, χάνοντας παράλληλα και το 4 μηνών  μωρό  που είχε στα σπλάχνα της. Στη συνέχεια μια σοβαρή πάθηση των ματιών τη βύθισε  στο σκοτάδι και φτωχή πια, κυκλοφορούσε  όχι με λιμουζίνες, όπως παλιά,  αλλά με  λεωφορεία  μέχρι που  κάποια μέρα η πόρτα ενός από αυτά της έπιασε  τα χυτά  της πόδια και τη καθήλωσε  για μεγάλο διάστημα  στο κρεβάτι.
Έτσι από τη χλιδή έπεσε  στην ανέχεια και τη δυστυχία, λόγω της ατυχίας και του χαρακτήρα της, που  ήταν πολύ πονετικός, γενναιόδωρος και σπάταλος. Τα μεγάλα σπίτια έγιναν μικρά,  όπως αυτό της οδού Κεφαλληνίας 72 στη Κυψέλη και αυτά μικρότερα όπως το υπόγειο δυαράκι – δύο πατώματα μέσα στη γή -  στην οδό Τρικάλων 30 στους Αμπελόκηπους, όπου έζησε  μέχρι το 1985 βυθισμένη στις αναμνήσεις της και με μόνη συντροφιά το σκύλο της το "Μπούλη"  και  τις βαλίτσες της που ήταν  γεμάτες από φορέματα  παραστάσεων και εξώφυλλα περιοδικών με τις φωτογραφίες της.
Οι ευεργετημένοι χάθηκαν, όπως και οι θαυμαστές της,  και οι μόνοι που της συμπαραστάθηκαν  στην ανημπόρια της ήταν   ο ηθοποιός Αρτέμης Μάτσας και ο  χορευτής Δημήτρης Ιβάνωφ, που της εξασφάλισαν  ένα δωμάτιο σε ένα οίκο ευγηρίας κοντά στη γειτονιά της στους Αμπελόκηπους.
Βλέπετε τα όμορφα παραμύθια δεν έχουν πάντα και όμορφο τέλος.
Η παραμυθένια Χαλιμά της ιστορίας μας με τις χίλιες και μία νύχτες της, τυλιγμένη στη σιωπή, τη μοναξιά  και το σκοτάδι, γιατί είχε αρχίσει να χάνει  και το φώς της,  έκλεισε για τελευταία φορά την αυλαία στις 31 Ιουλίου 1988 σε ηλικία 83 χρόνων για να ξαποστάσει οριστικά στο Νεκροταφείο Ζωγράφου.

*Ο Γιάννης Μπαρδάκης είναι δικηγόρος – συλλέκτης ελληνικών κινηματογραφικών ταινιών